26.11.18


Σάββατο 1η Δεκεμβρίου 2018

Ο ΕΠΙΦΑΝΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ / EL CIUDADANO ILLUSTRE (2016)

Σκηνοθεσία: Γκαστόν Ντουπρά, Μαριάνο Κον
Σενάριο: Αντρές Ντουπρά
Ηθοποιοί: Οσκαρ Μαρτίνεζ, Ντάντι Μπριέβα, Αντρέα Φριγκέριο
Κατηγορια: Δραμεντί
Χώρα: Αργεντινή
Διάρκεια: 118΄

Ο  Daniel Mantovani είναι ένας συγγραφέας με ειδικό βάρος, όντας ο μοναδικός Αργεντίνος που έχει ποτέ καταφέρει να αποσπάσει το Νόμπελ Λογοτεχνίας, μια διάκριση για την οποία ωστόσο δεν αισθάνεται ιδιαίτερη περηφάνια. Έχοντας ακυρώσει πολλές δημόσιες εμφανίσεις το τελευταίο χρονικό διάστημα, αποφασίζει να κάνει την εξαίρεση όταν λαμβάνει μια πρόσκληση από το χωριό της καταγωγής του, για το οποίο έχει αφιερώσει το σύνολο σχεδόν των λογοτεχνικών του δημιουργιών. Εκεί θα συναντήσει τη θερμή κι ενθουσιώδη υποδοχή ολόκληρης της κοινότητας και θα βρεθεί ξανά κοντά με παλιά του αγαπημένα πρόσωπα ύστερα από χρόνια, μόνο που δεν θα πάνε όλα ρόδινα στο πρόγραμμα αυτό της επίσκεψής του.

Το φιλμ συμμετείχε και στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Βενετίας του 2016, όπου και ο πρωταγωνιστής Oscar Martinez απέσπασε βραβείο για την ερμηνεία του, όχι αδίκως: κατορθώνει να χτίσει με αξιοθαύμαστη πειστικότητα μια περσόνα καλλιεργημένου καλλιτέχνη χωρίς υπερβολές και με εξαιρετική φινέτσα, προσδίδοντας στον ρόλο του μια λεπτότητα και μια κομψότητα που έρχεται σε οξεία αντίθεση με το άξεστο περιβάλλον που τον περιτριγυρίζει. Πέραν των όποιων βραβεύσεων, η ουσία της ταινίας είναι να καυτηριάσει αλλά και να σπάσει πλάκα με το μικρόψυχο και διπρόσωπο τρόπο σκέψης τού κακώς εννοούμενου επαρχιωτισμού: μια ψευδεπίγραφη διάθεση φιλοξενίας, μια επίπλαστη χαρά και καλοσύνη που ξεφτίζει άμεσα μόλις γίνει αντιληπτό πως ο επισκέπτης και πρώην συγχωριανός δεν μοιράζεται μια κοινή νοοτροπία με τους υπόλοιπους κατοίκους. Η γραφή είναι εξόχως καυστική και σατιρική, και υπάρχουν ουκ ολίγες στιγμές που φλερτάρουν με το φαρσικό χιούμορ, είναι όμως σχεδόν όλες τους εύστοχες κι εξόχως αστείες.

Όποιος τυχόν ισχυριστεί ότι τα δρώμενα του «Επιφανή Πολίτη» αφορούν μονάχα τις μικρές κωμοπόλεις σε διάσπαρτες άκρες της Αργεντινής, ψεύδεται οικτρά. Διότι παρόλο που το στοιχείο της εντοπιότητας είναι ισχυρό στο φιλμ που εξετάζεται (αρκετές οι σπόντες του χαρακτήρα του Mantovani σχετικά με τη μη βράβευση του Jorge Luis Borges με Νόμπελ, κάτι που αφορά και το συλλογικό ψυχισμό της Αργεντινής όσον αφορά το πολιτισμικό κομμάτι, (μια και θεωρείται από τις μεγάλες παραλείψεις των βραβεύσεων αυτών), δεν είναι δύσκολο για κανένα να φανταστεί την ανάπτυξη ενός τέτοιου σεναρίου αντικαθιστώντας εθνικότητες και τοποθεσίες για να εξακριβώσει την παγκοσμιότητά της, ειδικά όσον αφορά ακόμη και την Ελλάδα μας. Ένα απολαυστικό και ξεκάθαρο στις προθέσεις του έργο.



21.11.18


Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

ΜΑΖΙ Ή ΤΙΠΟΤΑ / IN THE FADE (2017)

Σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν
Σενάριο: Φατίχ Ακίν
Ηθοποιοί: Ντάιαν Κρούγκερ, Ντένις Μοσκίτο, Γιοχάνες Κρις, Ούλριχ Τουκούρ
Κατηγορία: Δραμα, Θρίλερ
Χώρα: Γερμανία
Διάρκεια: 106’
Διακρίσεις: Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο Φεστιβάλ Καννών.  

Η ζωή της Κάτια καταρρέει όταν ο κουρδικής καταγωγής άντρας και ο μικρός γιος της σκοτώνονται σε βομβιστική επίθεση. Προσπαθώντας να συνέλθει, θα βρεθεί μάρτυρας στη δίκη δύο υπόπτων νεοναζί, για τους οποίους όμως δεν υπάρχουν ατράνταχτα ενοχοποιητικά στοιχεία. Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας και βραβείο γυναικείας ερμηνείας στις Κάνες για ένα επίκαιρο, σκληρό και τολμηρό στις απόψεις του κοινωνικό σχόλιο με αμφιλεγόμενο φινάλε.
 
Μετά την αριστουργηματική «Άκρη του Ουρανού» και το διασκεδαστικότατο «Soul Kitchen», η λαμπρή κινηματογραφική καριέρα του Φατίχ Ακίν δέχτηκε μια απρόσμενη «Μαχαιριά». Το φιλόδοξο ιστορικό έπος του πάνω στη σφαγή των Αρμενίων αποδείχτηκε πραγματική καταστροφή, τόσο καλλιτεχνική όσο κι εμπορική, σε σημείο που δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι οποίοι προδίκασαν την οριστική διαγραφή του από την άτυπη λίστα των πρωτοκλασάτων Ευρωπαίων σκηνοθετών. Αλλά ο 45χρονος Τουρκογερμανός­ δεν παρέδωσε τα όπλα. Θύμισε σε όλους πως είναι ακόμη ενεργός πρόπερσι, με το συμπαθές, μικρής εμβέλειας νεανικό road movie «Βερολίνο, Αντίο» και αμέσως μετά επέστρεψε με ένα τολμηρό κοινωνικό θρίλερ που δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο. Στη χώρα μας για έναν παραπάνω λόγο, καθώς η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στην ταινία με πολλαπλό τρόπο.

Ο Ακίν εμπνεύστηκε την ιστορία του από τους οργανωμένους φόνους Τούρκων, Κούρδων κι Ελλήνων μεταναστών, τους οποίους διέπραξαν Γερμανοί νεοναζί κατά την προηγούμενη δεκαετία, αλλά και από το μεροληπτικό τρόπο με τον οποίο προσπάθησε να τους διαλευκάνει η αστυνομία. Έτσι έγραψε μαζί με τον ηθοποιό και σεναριογράφο («Βερολίνο, Αντίο») Χαρκ Μπομ την ιστορία της Κάτια, μιας Γερμανίδας που, παρά τις αντιρρήσεις των δικών της, παντρεύεται τον κουρδικής καταγωγής και καταδικασμένο για διακίνηση ναρκωτικών Νούρι. Λίγα χρόνια αργότερα όμως θα χάσει αυτόν και τον μικρό τους γιο Ρόκο σε βομβιστική επίθεση.

Στην προσπάθειά της να ξεπεράσει το τεράστιο σοκ, θα βρεθεί ακροάτρια αλλά και μάρτυρας στη δίκη δύο νεαρών νεοναζί που κατηγορούνται για την τρομοκρατική ενέργεια. Αν και τους ενοχοποιεί πληθώρα στοιχείων, πολλές λεπτομέρειες παραμένουν θολές και η κατάθεση ενός Έλληνα ξενοδόχου (ο σκηνοθέτης Γιάννης Οικονομίδης σε μια ανατριχιαστικά πειστική ερμηνεία), μέλους της Χρυσής Αυγής, τους δίνει αμφισβητούμενο άλλοθι. Με ταχύ ρυθμό και καθαρή αφήγηση, η ταινία ξεκινάει σαν ένα οδυνηρό ρέκβιεμ πάνω στην απώλεια, άμεσα συνδεδεμένο με την ξενοφοβική και τυπολατρική στάση της εξουσίας­ απέναντι σε μια γκρίζα κοινωνική πραγματικότητα.

Ο Φατίχ Ακίν καταγγέλλει την εύκολη ποινικοποίηση της καθημερινότητας, αποκαλύπτει την πολιτική διάσταση της (μη) απονομής δικαιοσύνης και με straight forward, «αμερικανικό» τρόπο στήνει ένα δικαστικο-ψυχολογικό αγωνιώδες δράμα για τη θλίψη, την οποία η αδικία (παιδί πολύ συγκεκριμένων μηχανισμών) μετατρέπει σε οργή και ασυγκράτητη επιθυμία για εκδίκηση. Στην καλύτερη και βραβευμένη στις Κάνες ερμηνεία της, η Νταϊάν Κρούγκερ αποδίδει συγκινητικά το παγιδευμένο σε έναν κύκλο βίας ανήμπορο θύμα, το οποίο είναι καταδικασμένο να τον ανατροφοδοτήσει, ως ανελέητος θύτης πλέον. Και με αυτήν την «καταδίκη» είναι που κορυφώνει (στην Ελλάδα) τολμηρά και αμφιλεγόμενα το επίκαιρα στρατευμένο δράμα του ο Ακίν, αποσπώντας την ξενόγλωσση Χρυσή Σφαίρα και ξεκινώντας μια πολιτικά και φιλοσοφικά θερμή αντιπαράθεση.




16.11.18


Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

ΚΑΪΡΟ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ / THE NILE HILTON INCIDENT (2017)

Παραγωγή: Κριστίνα Αμπεργκ
Σκηνοθεσία: Ταρίκ Σαλέχ
Σενάριο: Ταρίκ Σαλέχ
Ηθοποιοί:  Φάρες Φάρες, Γκερ Ντουάνι, Σλιμάνε Ντάζι, Μοχάμεντε Γιούρσι
Κατηγορία: Θρίλερ, Νουαρ
Χώρα: Σουηδία
Διάρκεια: 106’
Διακρίσεις: Μεγάλο βραβείο επιτροπής στο τμήμα World Cinema του Φεστιβάλ του Σάντανς. 

Μόλις λίγες μέρες προτού ξεσπάσει η αιγυπτιακή επανάσταση, η ζωή στο Κάιρο κυλά στους γνώριμους χαοτικούς ρυθμούς της αραβικής μητρόπολης και της ανομίας που ορίζει την κυνική της καθημερινότητα. Ο Νορεντίν, ένας διεφθαρμένος μπάτσος με γερές διασυνδέσεις στον υπόκοσμο, τριγυρίζει στα σοκάκια της πόλης για να εισπράξει την αμοιβή του για τις -αμφιβόλου νομιμότητας- υπηρεσίες που παρέχει. Η ρουτίνα του διακόπτεται όταν αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ένα έγκλημα που έχει λάβει χώρα στο ξενοδοχείο Nile Hilton, εκεί όπου η διάσημη τραγουδίστρια Λαλένα κείτεται νεκρή, τραυματισμένη θανάσιμα στο λαιμό. Ενώ όλα συνηγορούν πως αδιαμφισβήτητα πρόκειται για δολοφονία, οι Αρχές συνειδητά προωθούν το σενάριο της αυτοκτονίας καθώς τα στοιχεία που έχουν προκύψει εμπλέκουν στο έγκλημα τον Σαφίκ, έναν πλούσιο εργολάβο, μέλος του Κοινοβουλίου και στενό φίλο του Προέδρου της χώρας. Καθώς η εξέγερση εναντίον του Χόσνι Μουμπάρακ ξεκινά και οι συγκρούσεις των πολιτών με τους αστυνομικούς μαίνονται, ο Νορντίν αποφασίζει για πρώτη φορά στη ζωή του να πολεμήσει για την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, την ίδια στιγμή που η χώρα του βιώνει το τέλος μιας εποχής.

«Δεν πρόκειται να βρεις δικαιοσύνη εδώ», αυτή είναι η ατάκα που προειδοποιεί το Νορεντίν για όσα πρόκειται να συμβούν στο «Κάιρο Εμπιστευτικό», ένα τσιτάτο που φέρνει στο μυαλό το «Ξέχνα το Τζέικ, εδώ είναι Τσάιναταουν», συνοψίζοντας σε μία φράση την ματαιότητα κάθε προσπάθειας για πραγματική αλλαγή σε αυτή την καταραμένη πόλη. Βασισμένος σε αληθινή ιστορία, ο αιγυπτιακής καταγωγής Σουηδός, Ταρίκ Σαλέχ, γράφει και σκηνοθετεί ένα μοντέρνο νουάρ, το οποίο πιστό στις κλασσικές ταινίες του είδους διαθέτει έναν αρχετυπικό αντι-ήρωα με πυγμή αλλά και τρανταχτές αδυναμίες και φανερές εσωτερικές συγκρούσεις, οι οποίες και τον καθιστούν ελκυστικό. Αποτυπώνοντας έναν κόσμο στον οποίο κανείς δεν είναι εντελώς αθώος και ένα σύστημα μέσα στο οποίο η επιβίωση επιβάλει κάθε είδους ηθικές εκπτώσεις, ο Σαλέχ δεν φοβάται να βρομίσει τα κάδρα του για να ενσωματώσει στην ταινία του την δυσωδία και την παρακμή μια κοινωνίας που βρίσκεται υπό κατάρρευση.

Το «Κάιρο Εμπιστευτικό» μπορεί να μην διαθέτει τις αλλεπάλληλες ανατροπές στην πλοκή που συνήθως μπουστάρουν την δραματουργία στις ταινίες του είδους και απ’ την αρχή καθιστά κατανοητό ότι κινείται μακριά από την λογική ενός whodunnit φιλμ μυστηρίου. Αντίθετα, εμπιστεύεται την κλιμάκωση της ιστορίας του στους διαφορετικούς χαρακτήρες που ακολουθεί και στους προσωπικούς τους αγώνες, μόνο που ανά στιγμές πλατειάζει σε τέτοιο βαθμό με συνέπεια να γίνεται υποτονικό παρά την ένταση που επιμελώς έχει καλλιεργήσει στο πρώτο του μισό. Όταν τα γεγονότα της πλατείας Ταχρίρ έχουν πια πυροδοτήσει την επανάσταση, τότε το προσωπικό δράμα του Νορεντίν και των υπόλοιπων ηρώων κορυφώνεται, σε έναν παραλληλισμό σχετικά προφανή με αποτέλεσμα το «Κάιρο Εμπιστευτικό» να παραμένει ένα χορταστικό και ανά στιγμές εντυπωσιακό φιλμ νουάρ το οποίο απλά δεν καταφέρνει να εξερευνήσει πλήρως τις δυνατότητές που του προσφέρει η ιστορία του.


Κωστής Θεοδοσόπουλος


7.11.18


Κυριακή 11 Νοέμβριου 2018
-Εκτάκτως η προβολή θα γίνει την Κυριακή στις 9:οο μμ-

Ο ΔΙΑΙΤΗΤΗΣ / LARBITRO (2013)


Σκηνοθεσία: Πάολο Ζούκα
Σενάριο: Πάολο Ζούκα, Μπάρμπαρα Αλμπέρτι
Ηθοποιοί: Στέφανο Ακόρζι, Τζέπι Κουτσιάρι, Τζακόπο Κούλιν, Φραντσέσκο Πανοφίνο, Αλέσιο Ντι Κλεμέντε
Κατηγορία: Κωμωδία
Χώρα: Ιταλία, Αργεντινή
Διάρκεια: 96’


Στην Γ' Εθνική της Σαρδηνίας, η Atletico Pabarile είναι η ντροπή του χωριού: ατάλαντοι, ανίδεοι, ακόμα και ανήλικοι, παίκτες, τυφλός προπονητής. Το γήπεδο χωμάτινο, οι κερκίδες άδειες, κατσίκια να διακόπτουν τον αγώνα για να διασχίσουν το χώρο. Στην ουσία οι φτωχοί, απλήρωτοι εργάτες του χωριού γνωρίζουν την ήττα σε όλα τους τα επίπεδα: καθημερινά δουλεύουν για τον φεουδάρχη (και ιδιοκτήτη της αντίπαλης, νικητήριας ομάδας Montecrastu) ο οποίος τους εξαπατά και τους κλέβει, τις Κυριακές, φεύγουν από το γήπεδο διπλά ηττημένοι από τον ίδιο. Μέχρι που όλα αλλάζουν. Επιστρέφει ο Ματσούτζι - το αστέρι του χωριού που είχε πάρει μεταγραφή σε ομάδα της Αργεντινής. Με τη βοήθειά του, η Atletico Pabarile αρχίζει και κερδίζει τον έναν αγώνα μετά τον άλλον. Μέχρι που φτάνει στον τελικό της κατηγορίας με την Montecrastu. Σε αυτό το σημείο συναντάμε τον Διαιτητή Κρουσιάνι, ο οποίος έχει κι εκείνος τη δική του ιστορία. Εχει αποσταλεί στην Γ' Εθνική ως τιμωρία: ένα σκάνδαλο διαφθοράς τερμάτισε άδοξα τη διεθνή του καριέρα. Πώς θα κρίνει αυτό τον τελικό, που δεν σημαίνει τίποτα για τον ίδιον αλλά είναι ιστορικός για το χωριό;

Εμπνευσμένος από μια σειρά πραγματικών σκανδάλων από τον κόσμο του ποδοσφαίρου, ο Πάολο Ζούκα κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, επεκτείνοντας στην ουσία την πολυβραβευμένη, ομώνυμη μικρού μήκους ταινία του. Ο σκοπός του είναι ίδιος: σάτιρα, καυστικό σχόλιο αλλά και στοργική κατανόηση για το πάθος των μεσογειακών λαών με το ποδόσφαιρο - μία διεφθαρμένη μπίζνα που όμως αποτελούσε, αποτελεί και θα αποτελεί το «όπιο» των λαών.

Με ασπρόμαυρη, εντυπωσιακή φωτογραφία, ο Ζούκα περνάει το μύνημα διαχρονικότητας του θέματός του και ταυτόχρονα αποστασιοποιείται από «την πραγματικότητα», ίσως για να την περιπαίξει με μεγαλύτερη ευκολία. Πρώτα από όλα, υπόσχεται μία παραδοσιακή κωμωδία που παραπέμπει στο ύφος του παλιού ιταλικού σινεμά και πραγματικά η ταινία εμπεριέρχει αρκετά μπουφόνικα, λαϊκά στοιχεία - στο στήσιμο των πλάνων, στην σκιαγράφηση των ηρώων, στους διαλόγους.



1.11.18

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

LUCKY  (2017)
Σκηνοθεσία: Τζον Κάρολ Λιντς
Σενάριο: Λόγκαν Σπαρκς, Ντράγκο Σουμόντζα
Ηθοποιοί: Χάρι Ντιν Στάντον, Ντείβιντ Λιντς, Ρον Λίβινγκστον
Κατηγορια:  Δραματική
Χωρα: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 88’


Ο 90χρονος Λάκι ζει την αργόσυρτη καθημερινότητά του σε μια κωμόπολη των νοτιοδυτικών πολιτειών. Τίποτα δεν μπορεί να διαταράξει τη ρουτίνα του, μέχρι που μια ξαφνική λιποθυμία τού αποκαλύπτει πως έχει πια… γεράσει.

Ιδανικό κύκνειο άσμα για τον σπουδαίο Χάρι Ντιν Στάντον, ο οποίος δίνει μία από τις συγκινητικότερες ερμηνείες του, σε μια χαμηλότονη, βαθιά φιλοσοφημένη δραματική κομεντί πάνω στο νόημα της ζωής, σφιχτοδεμένο με αυτό του θανάτου.

Ηθοποιός με συναρπαστική διαδρομή στο αμερικανικό σινεμά, αλλά με ελάχιστους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ο Χάρι Ντιν Στάντον ευτύχησε να αποχαιρετήσει στα 91 του τον μάταιο τούτο –και τον μαγικό της οθόνης– κόσμο με ένα συγκινητικότατο κύκνειο άσμα. Τον ρόλο του Λάκι, ενός ακμαίου και μοναχικού ηλικιωμένου ο οποίος ζει την αργόσυρτη καθημερινότητά του σε μια κωμόπολη των νοτιοδυτικών πολιτειών. Με την πρωινή γυμναστική του, τον καφέ, τα τσιγάρα και το σταυρόλεξό του, τα παιχνίδια γνώσεων στην τηλεόραση και τη βόλτα μέχρι το γειτονικό μπαρ, όπου, κρατώντας το ποτό του, κουβεντιάζει περί ανέμων και υδάτων πάντα με τους ίδιους φίλους. Όλα δείχνουν πως τίποτα δεν μπορεί να διαταράξει τη ρουτίνα του, μέχρι που μια ξαφνική λιποθυμία τού αποκαλύπτει πως έχει πια… γεράσει. Γεγονός που γίνεται η αφορμή για να φιλοσοφήσει τη ζωή με απρόβλεπτο τρόπο, ο οποίος μετατρέπει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του 54χρονου ηθοποιού Τζον Κάρολ Λιντς, επίσης βετεράνου καρατερίστα («Gran Torino», «Zodiac», «Το Νησί των Καταραμένων»), σε μια χαμηλότονη, απόλυτα cool και βαθιά φιλοσοφημένη κομεντί.

 
Για τον μοντέρνο θεατή (του multiplex) το «Lucky» μοιάζει να κινείται με ταχύτητα χελώνας, σαν εκείνης του πρώτου και του τελευταίου πλάνου που πηγαινοέρχεται στην έρημο. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για την ιδανική αφηγηματική ταχύτητα μιας ιστορίας βγαλμένης από την αληθινή ζωή, η οποία περνάει από τα πλέον σημαντικά (οι αναμνήσεις του Τομ Σκέριτ από τον πόλεμο) έως τα πλέον ασήμαντα προβλήματα (η χελώνα που δραπέτευσε), για να αποκτήσει αληθινό νόημα μόνο μπροστά στο θάνατο. Αυτόν αντιλαμβάνεται αιφνιδιαστικά ως αναπόδραστη πραγματικότητα ο Λάκι και προσπαθεί να τον αντιμετωπίσει «ρεαλιστικά». Ο Τζον Κάρολ Λιντς τον βοηθάει με μια ζεν στωικότητα, έναν αμερικανικής νοοτροπίας αφοπλιστικό ορθολογισμό, ευρηματικό χιούμορ και μια αποτελεσματική κινηματογραφική απλότητα. Αυτήν που μπορεί να λέει τις σπουδαιότερες υπαρξιακές αλήθειες με τρεις φράσεις, ένα χαμόγελο και μουσική υπόκρουση το «I see a darkness» του Τζόνι Κας.