27.9.09

3/10/2009 Σάββατο-4/10/2009 Κυριακή


Prendimi l'anima -L'âme en jeu
The Soul Keeper

Director: Roberto Faenza
Writers: Gianni Arduini-François Cohen-Séat
Release Date:19 March 2004 Genre: Biography | Drama
Runtime:90 min Country:Italy | France | UK Language:English Color:Black and White | Color
Filming Locations:Moscow, Russia -Turin, Piedmont, Italy Distribution: PCV S.A.
Cast:
Dr. Carl Gustav Jung
Pavel
Sabina Spielrein
Zorin
Richard Fraser
Renate
Marie Franquin
Concierge / Receptionist (as Anna Chiurina)
Emma Jung

Ivan Ionov


Woman in cake shop
Frau Spielrein - Sabina's Mother


    Η συναρπαστική ιστορία της Σαμπίνα Σπιλράιν, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο και την αλληλογραφία της που μελέτησε σε βάθος ο Άλντο Καροτενούτο, Μυστική συμμετρία Carotenuto, Aldo αρχίζει το 1905 όταν φθάνει στην ψυχιατρική κλινική της Ζυρίχης με συμπτώματα σοβαρής ψυχικής διαταραχής. Η νεαρή και όμορφη Ρωσοεβραία παρακολουθείται από τον ίδιο τον Γιουνγκ και χάρη στην πρωτοποριακή, για την εποχή, μέθοδο της ψυχανάλυσης τελικά θεραπεύεται. Η Σαμπίνα ερωτεύεται παράφορα τον Γιουνγκ, εκείνος ανταποκρίνεται αρχικά στα αισθήματά της, για να διαλύσει τελικά τη σχέση του μαζί της, κάτω από την απειλή ενός κοινωνικού σκανδάλου πρώτου μεγέθους. Η Σαμπίνα καταφεύγει τότε στον Φρόιντ, ο οποίος την παροτρύνει να ασχοληθεί ενεργά με την ψυχανάλυση, και με τη μεσολάβησή του γίνεται δεκτή ως μια από τις πρώτες γυναίκες-μέλη της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας της Βιέννης. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση επιστρέφει και εγκαθίσταται οριστικά στην πατρίδα της, εργάζεται ως ψυχολόγος και επιχειρεί να διαδώσει τις ριζοσπαστικές ιδέες της ψυχανάλυσης. Με την επικράτηση του Στάλιν και την απαγόρευση της ψυχανάλυσης στη Ρωσία, τα ίχνη της χάνονται, για να αποκαλυφθεί πρόσφατα ότι εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στο Ροστόβ το 1942 μαζί με τις δυο της κόρες.
 Δύο άνθρωποι συναντιούνται σε μια βιβλιοθήκη της Μόσχας: ο Σκωτσέζος ιστορικός dr. Fraser (Craig Ferguson) και η μισή Γαλλίδα - μισή Ρωσίδα Mari (Caroline Ducey). Θα τους ενώσει η έρευνά τους για το παρελθόν της Sabina Spielrein.

 Την Άνοιξη του 1904 η Sabina Spielrein μια δεκαεννιάχρονη Ρωσσοεβραία νοσηλεύεται σε
μια ψυχιατρική κλινική στη Ζυρίχη σε πολύ άσχημη κατάσταση. Το κορίτσι υποφέρει από μια σπάνια
μορφή υστερίας και ανορεξίας. Ένας νέος ψυχίατρος, ο Dr Carl Gustav Jung αναλαμβάνει την
φροντίδα της και για πρώτη φορά πειραματίζεται με την ψυχαναλυτική μέθοδο του Καθηγητή του,
Siegmund Freud. Έτσι γεννιέται μια δυνατή ιστορία αγάπης και πάθους, ψυχής και σώματος, μεταξύ
του Δρος Jung και της Sabina, η οποία υψώνεται στον ουρανό αλλά και βυθίζεται στα χειρότερα
βάθη.Θεραπεύεται. Σπουδάζει ιατρική και γίνεται περίφημη ψυχίατρος και ψυχαναλύτρια. Συμμετέχει στον κύκλο της Βιέννης του Freud, ακόμη κι όταν ο Jung την εγκαταλείπει. Επιστρέφει στη Ρωσία μετά την επανάσταση. Ιδρύει και διευθύνει το Λευκό Παιδοκομείο, βασισμένο στην ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης, με πρωτοποριακές για την εποχή ψυχολογικές και ψυχαναλυτικές μεθόδους. Από τη πρώτη της γνωριμία, μέχρι το τέλος της πολυτάραχης ζωής της, αλληλογραφεί συνεχώς με τον Jung και τον Freud. Μια μυστική συμμετρία αναπτύσσεται ανάμεσά τους …
Η ταινία αφηγείται την αληθινή ιστορία της Sabina Spielrein, εστιάζοντας ιδιαίτερα στη γνωριμία της
και την θεραπεία της από τον περίφημο Ελβετό ψυχίατρο και ψυχαναλυτή Carl Gustav Jung.
Το σενάριο βασίστηκε στην μυστική αλληλογραφία μεταξύ των Γιούνγκ, Φρόϋντ και Σαμπίνα, που
δημοσιεύτηκε πρόσφατα και που ο Γιούνγκ δεν επιθυμούσε την δημοσίευσή της.
Η Σαμπίνα Σπίλραϊν λοιπόν, όχι μόνο θεραπεύτηκε, όχι μόνο έγινε και η ίδια ψυχίατρος, αλλά
δημιούργησε ένα καινοτομικό σχολείο στην Μόσχα, στο οποίο η εκπαίδευση βασιζόταν στην ενθάρρυνση της δημιουργικότητας, στην διδασκαλία της μουσικής και στην εξερεύνηση των μυστηρίων του ανθρώπινου σώματος. Η βασική ιδέα σ’αυτό το ίδρυμα ήταν η μελέτη της δημιουργίας ενός μελλοντικού νέου τύπου ανθρώπου με ψυχαναλυτικές μεθόδους. Μαθητής του σχολείου ήταν και ο γιός του Στάλιν με ψευδώνυμο, παρόλο που ο ίδιος ο Στάλιν έκλεισε τελικά το σχολείο και της ζήτησε να αποκηρύξει τα δημοσιευμένα γραπτά της. Τελικά δολοφονήθηκε με την κόρη της, από τα Ναζιστικά στρατεύματα το 1942, στην πατρίδα της το Ροστόβ, όπου προσπαθούσε να λειτουργήσει κρυφά το σχολείο της.

Ήταν η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε επίσημα η θεραπεία με τον λόγο, και στην ταινία
παρουσιάζεται ιδιαίτερα η αγωνιώδης προσπάθεια του Γιούνγκ να αποτρέψει τις βίαιες,
καταναγκαστικές τιμωριτικές, και περιοριστικές μεθόδους που χρησιμοποιούνταν μέχρι τότε. Η
ασθενής στην μέθοδο του Γιούνγκ δεν τιμωρείται. Ο Γιούνγκ ανέλαβε την μεγάλη ευθύνη και κατάφερε να θεραπεύσει την Σαμπίνα. Ενώ ο Φρόϋντ συνέχιζε να υποστηρίζει την ουδετερότητα από τη μεριά του θεραπευτή, ο Γιούνγκ κατάλαβε ότι είναι απαραίτητο να συναντήσει τον ασθενή για να εισχωρήσει βαθιά στα προβλήματα του ασθενούς και για να τον κάνει να ανοιχτεί.


Μια ταινία, για την ελπίδα του μελλοντικού ανθρώπου μέσα από την απελευθέρωση των υγιών
επιστημονικών μεθόδων, για την δυνατότητα της αλλαγής και της θεραπείας, για τη συμπόνια και τα
ιδανικά, που, παρόλο που θα μπορούσε να είναι τεχνικώς καλύτερη σε πολλά σημεία, αξίζει να την δεί
κανείς, γιατί κάπου θα τον αγγίξει η προσωπικότητα της Σαμπίνα Σπίλραϊν, ιδιαίτερα δε αν ήδη τον
έχει αγγίξει η προσωπικότητα του Γιούνγκ.

www.innerwork.gr/martinistheptad.htm

22.9.09

26/9/2009 Σάββατο-27/9/2009 Κυριακή The Dancer Upstairs - Pasos de baile Ο Χορευτής του πάνω Ορόφου

Director:John Malkovich
Writers:Nicholas Shakespeare (novel)Nicholas Shakespeare (screenplay)

Release Date:21 February 2003 Genre:Drama | Thriller Runtime:132 min Country:Spain | USA

Language:English | Quechua | Spanish Color:Color Filming Locations:Espinho, Aveiro,

Lisbon,Porto,Portugal -Madrid, Spain-Quito, Ecuador Distribution: PCV S.A.

Cast:
Javier Bardem
Agustín Rejas Abel Folk
Ezequiel / Durán
Juan Diego Botto
Sucre Marie-Anne Berganza
Laura
Laura Morante
Yolanda Lucas Rodríguez
Gómez
Elvira Mínguez
Llosa Xabier Elorriaga
Pascual
Alexandra Lencastre
Sylvina Rejas Natalia Dicenta
Marina
Oliver Cotton
Merino Wolframio Sinué
Santiago
Luís Miguel Cintra
Calderón Ramiro Jiménez
Sergeant Pisac
Javier Manrique
Clorindo

Η ιστορία του Abimael Guzman, ηγέτη της περουβιανής επαναστατικής οργάνωσης «Φωτεινό μονοπάτι» (Sendero Luminoso).
Σε μια φανταστική χώρα (Περού….) της Λατινικής Αμερικής, μια επαναστατική οργάνωση σπέρνει τη βία και τον πανικό, απειλώντας να ανατρέψει το καθεστώς, ενώ ο στρατός απαντά στην ανελέητη δράση της οργάνωσης με εξίσου απάνθρωπες ενέργειες. Ο ευσυνείδητος και ιδεαλιστής πρώην δικηγόρος και νυν αστυνομικός Agustín Rejas αναλαμβάνει να ανακαλύψει και να συλλάβει τον ηγέτη της οργάνωσης, γνωστό με το κωδικό όνομα «Ezequiel». Ο Ezequiel, αυτοχαρακτηρίζεται ως ο τέταρτος φωτεινός ηγέτης του κομμουνισμού, μετά τον Μαρξ, το Λένιν και τον Μάο, πράγμα που τον θεοποιεί στα μάτια των οπαδών του αλλά και του ίδιου του καθεστώτος που επιδιώκει την εξόντωση του. Κι ενώ η ατμόσφαιρα φόβου και απειλής διογκώνεται διαρκώς γύρω του, η γνωριμία του με την αινιγματική και τρυφερή Yolanda, τη δασκάλα του χορού της κόρης του, δίνει στον Agustín την ώθηση να συνεχίσει τις έρευνές του, παρά τους κινδύνους που αντιμετωπίζει.
Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Nicholas Shakespeare η ταινία εμπνέεται από την αληθινή ιστορία της δράσης και της σύλληψης του Αbimael Guzman, ηγέτη της περουβιανής επαναστατικής οργάνωσης «Φωτεινό μονοπάτι».
Για πρώτη φορά στην καριέρα του, ο μάγος της υποκριτικής, John Malkovich, βρίσκεται πίσω από την κάμερα και σκηνοθετεί μια ταινία. Έχοντας στη διάθεση του ένα πολύ ενδιαφέρον σενάριο, την εξαιρετική μουσική του Alberto Iglesias (Hable con ella - Μιλά της, Todo sobre mi Madre - Όλα για τη Μητέρα μου) και φυσικά τον βραβευμένο με Όσκαρ για την ερμηνεία του στην ταινία Before Night Falls - Πριν πεσει η Νύχτα Javier Bardem,(πλάϊ του η Yolanda-Laura Morante σαν δασκάλα του πιάνο σε μια σύνθετη ερμηνεία) αποδεικνύει οτι μπορεί να είναι και καλός σκηνοθέτης.Τα καταφέρνει άψογα, αφού μυστικό στη δουλειά του είναι η λεπτομέρεια και το αποτέλεσμα είναιο να συνδυάσει με απόλυτη επιτυχία ένα πολιτικό δράμα, μια ερωτική ιστορία και μια αστυνομική περιπέτεια. Ενώ παράλληλα λέει τη γνώμη του για τη βία και τον πόλεμο χωρίς να φτάνει σε «υστερίες» και κραυγαλέα κηρύγματα που σε αποτρέπουν από την αλήθεια.
Ο Μάλκοβιτς ολοκλήρωσε την ταινία του συνθέτοντας ένα πολιτικό δράμα, μια ερωτική ιστορία και μια αστυνομική περιπέτεια. Ξεχωρίζει για τις υποδειγματικές ερμηνείες των ηθοποιών και για τον «διακριτικό», αλλά καυστικό, τρόπο που θίγει καταστάσεις και φαινόμενα βίας μέσα σε μια διαλυμένη περουβιανή κοινωνία.


Η διάσπαση του Κομμουνιστικού Κόμματους της χώρας στα τέλη των 60ς (1967-70), ανάμεσα σε φιλομαοϊκούς, φιλοσοβιετικούς και άλλες φράξιες, είδε τον καθηγητή φιλοσοφίας Abimael Guzmán να ηγείται του φιλομαοϊκού σκέλους το οποίο παίρνει την ονομασία Partido Comunista del Perú-Sendero Luminoso. Τα μέλη του βυθίζονται στην ματαιοδοξία: ο Guzmán είναι κατ’ αυτόν και τους οπαδούς του το «Τέταρτο Σπαθί του Κομμουνισμού» μετά τον Μαρξ, τον Λένιν και τον Μάο!
Από το 1978 και το 7ο Συνέδριο του το «Φωτεινό Μονοπάτι» εξετάζει την περίπτωση έναρξης ένοπλου αγώνα. Κάτι που θα πράξει τον Μάιο του 1980 όταν παίρνει τα όπλα στα χέρια με σκοπό την ανάληψη της εξουσίας. Το ξεκίνημά του είναι παρόμοιο πολλών άλλων λαϊκών στρατών: χάνοντας την επιρροή που αρχικά είχε στα πανεπιστήμια της χώρας την δεκαετία του ‘70, ανέβηκε στις επαρχίες Ayacucho, Apurímac, Huancavelica, Junín και μέρους του Cuzco, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη πολλών ντόπιων και ξεκινώντας έναν ευρείας έκτασης πόλεμο με τις δεξιές κυβερνήσεις που «έστυβαν» την χώρα.
Στις περιοχές που ήλεγχε το «Μονοπάτι» διεξάγονταν λαϊκές δίκες και απονέμονταν λαϊκή δικαιοσύνη. Διάφοροι πλούσιοι και εκμεταλλευτές πλήρωσαν για τα όσα επί δεκαετίες έκαναν, και το Sendero Luminoso πήρε στα μάτια των χωρικών την μορφή ενός γνωστού για παρόμοιες κοινωνίες ιδανικού, αυτή του εκδικητή που χρόνια περίμεναν. Οι λευκοί άποικοι απόγονοι των κονκισταδόρων, η ιαπωνική μειοψηφική σούπερ-ελίτ και η Ουάσινγκτον έχουν καταδικάσει το Περού στην απόλυτη ένδεια σε μια κατάσταση που δεν άλλαξε από την ανεξαρτησία του μέχρι σήμερα. Το Sendero Luminoso ήταν εδώ…
Τον Μάιο του ’81 ο στρατός φτάνει στις περιοχές Ayacucho, Apurímac και Huancavelica: μαζί με τις ακροδεξιές παραστρατιωτικές οργανώσεις (τις λεγόμενες rondas) πνίγουν στο αίμα την περιοχή. Οι χωρικοί ιθαγενείς συλλαμβάνονται, βασανίζονται, βιάζονται, δολοφονούνται… Τα μέλη του «Μονοπατιού», οι “senderistas” απαντούν στις σφαγές του στρατού και των rondas, ενώ ταυτόχρονα στοχεύουν με μία σειρά εξαιρετικά σχεδιασμένων επιχειρήσεων, μεγάλες πολυεθνικές και πολιτικούς στόχους, όχι μόνο επιλεκτικά, αλλά και πολλές φορές χτυπώντας τυφλά..
Η ωμή βιαιότητα του «Μονοπατιού» δεν συμβαδίζει με την επιλεκτική βία των υπολοίπων αριστερών αντάρτικων της ηπείρου και του στερεί χιλιάδες συμπαθούντες ή οπαδούς. Δεν έχει άλλωστε καλές σχέσεις ούτε με το Movimiento Túpac Amaru αλλά ούτε και με αριστερά αντάρτικα και κυβερνήσεις του εξωτερικού (κολομβιανά αντάρτικα M-19 και FARC, Sandinistas, κλπ.). Κατηγορείται από πολλούς ότι δεν σέβεται τα δικαιώματά των ιθαγενών, δεν ασχολείται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και προβαίνει σε ωμότητες ανάλογες των περουβιανών ενόπλων δυνάμεων και των rondas. Αυτό φυσικά γίνεται λάστιχο στα χέρια της δεξιάς: τα μμε κάνουν λόγο για ωμότητες ανάλογες με αυτές των Ερυθρών Χμερ και το «Φωτεινό Μονοπάτι» στο μυαλό του μέσου πολίτη είναι μια αδίστακτη δολοφονική οργάνωση με μέλη ψυχοπαθείς που διψούν για αίμα. Ειδικά τις περιόδους προεδρίας του Alberto Fujimori το μένος εναντίον του Sendero Luminoso μετατρέπεται σε συλλογική ψύχωση.
Στις αρχές του ’90, το Φωτεινό Μονοπάτι, με χιλιάδες μέλη (τα ανέβαζαν μέχρι και στα 10.000) και τεράστια ακτίνα δράσης, αντιμετωπίζει μια αρχηγοκεντρική στροφή από τον όλα αυτά τα χρόνια ηγέτη του Abimael Guzmán, για τους φίλους Presidente Gonzalo. Χαρακτηριστικό είναι ότι η σύντροφός του, η Elena Iparraguirre είναι πολύ υψηλόβαθμο στέλεχος και κάποιοι την τοποθετούν και νο.2 του κόμματος-οργάνωσης. Το «Μονοπάτι» στρέφεται και εναντίον άλλων αριστερών που βρίσκονται εκτός της «Μαρξιστικής –Λενινιστικής –Γκονζάλο -Μαοϊκής» γραμμής του (της λεγόμενης «σκέψης Γκονζάλο»), και δεν διστάζει να συγκρουστεί με το άλλο μεγάλο αντάρτικο της χώρας, τους γενναίους Túpac Amaru.
Η επιρροή του όμως, παρά τον πόλεμο που δέχεται φτάνει μέχρι και την πρωτεύουσα Λίμα. Το «Μονοπάτι» όπως όλα τα αντάρτικα στην οροσειρά των Άνδεων κατηγορείται από την κυβέρνηση ότι (ναι…καλά καταλάβατε) παράγει και εξάγει κόκα για να γίνει κοκαΐνη.
Κάποια στιγμή οι ακροδεξιές παραστρατιωτικές rondas νομιμοποιούνται από τον τουρμπο-νεοφιλελεύθερο πρόεδρο Alberto Fujimori. Παίρνουν την ονομασία «Ομάδες Αυτοάμυνας» και κατεβαίνουν στο Ayacucho να τα βάλουν με το «Μονοπάτι». Σπάνε κάθε ρεκόρ στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η ακραία ωμότητα των ομάδων αυτών και του στρατού, κάνουν στα μάτια του κόσμου το «Φωτεινό Μονοπάτι» τον «καλό και δίκαιο» της υπόθεσης…μιας υπόθεσης που ποτέ δεν χαρακτηρίστηκε «εμφύλιος» αλλά κόστισε σε πάνω από 70.000 άτομα την ζωή ή την «εξαφάνιση».
Η αρχή του τέλους της μαζικότητας του λαϊκού στρατού έρχεται όταν ο Presidente Gonzalo συλλαμβάνεται τον Σεπτέμβρη του ’92: από εδώ και πέρα τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο για το «Μονοπάτι». Toν Οκτώβριο του ’93 μάλιστα o Presidente Gonzalo βγαίνει στην τηλεόραση και κηρύσσει την «ειρήνη»…Μαζί του είχε συμφωνήσει και η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος. Η γη άνοιξε κάτω από τα πόδια 6.000 και πλέον μαχητών του «Φωτεινού Μονοπατιού», που εγκαταλείπουν τα όπλα, αντιλαμβανόμενοι το μήνυμα αυτό ως παραδοχή ήττας. Οι εναπομείναντες διασπώνται και το «Μονοπάτι» από αντάρτικος στρατός μοιάζει περισσότερο με μια εκτός νόμου οργάνωση με λίγες εκατοντάδες μέλη…
Σταδιακά αποδυναμώθηκε, όχι μόνο στρατιωτικά αλλά κυρίως ιδεολογικά, και δεν αποτελεί για την δεξιά το φόβητρο του παρελθόντος. Ακολουθούν οι συλλήψεις των ηγετών Oscar Ramírez Durand το 1999 και του Ceron Cardoso το 2003, χτυπήματα βαριά. To “Perseguir”, όπως ονομάζουν την οργάνωση που συνεχίζει να μάχεται, δεν έχει τουλάχιστον τώρα την δυναμική να συσπειρώσει κόσμο γύρω του.
Ενώ ο Presidente Gonzalo είναι μέσα με ισόβια, ο στρατός συνεχίζει επί προεδριών Fujimori, Toledo και Guarcia (ο νυν) τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και οι κυβερνητικές δυνάμεις παίρνουν κεφάλια στον χορό τους…Τον Σεπτέμβριο πέντε άτομα σκοτώθηκαν στο βουνό από επιχειρήσεις του στρατού. «Ήταν senderistas» σύμφωνα με την ανακοίνωση. Είναι ο λεγόμενος περουβιανός «διάλογος»…
Με την πλήρη και μόνιμη στήριξη του δυτικού τύπου αποκρύπτονται απίστευτες ωμότητες…Τα βουνά του Περού ούτως ή άλλως είναι μακριά…Και το μέλλον του αμφίβολο…
http://caminodelfuego.wordpress.com

16.9.09

19/9/2009 Σάββατο-20/9/2009 Κυριακή

Die Fälscher -The Counterfeiters
Οι παραχαράκτες

Director:Stefan Ruzowitzky
Writers:Adolf Burger (book)Stefan Ruzowitzky (screenplay)
Release Date:10 April 2008 Genre: Drama Runtime:98 min
Country:Austria | Germany Language:German | Russian | English | Hebrew
Color:Color Filming Locations:Monte Carlo-Potsdam, Brandenburg, Germany-Vienna, Austria
Distribution: AUDIO VISUAL ENTERPRISES S.A.

Cast:

Zilinski
Adolf Burger
Dr. Viktor Hahn
Sturmbannführer Friedrich Herzog
Loszek
Hauptscharführer Holst
Abramovic
Dr. Klinger
KZ-Insasse Dusche
Atze
1. KZ-Insasse
Kolya Karloff
2. KZ-Insasse
SS-Wache
“Οι παραχαράκτες” είναι μια ταινία που περιγράφει εύθραυστες ισορροπίες ανάμεσα σε έντονες, αντίρροπες δυνάμεις. Και το κάνει με τρόπο αριστοτεχνικό και μαζί απολαυστικό. Με πανέμορφα πλάνα, εξαιρετικές ερμηνείες και μια ιστορία που σε κρατά καθηλωμένο από την αρχή μέχρι το τέλος.
Ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος έχει μόλις τελειώσει. Ο 'Sally' Sorowitsch [αριστουργηματική ενσάρκωση από τον βιενέζο ηθοποιό Karl Markovics] βρίσκεται στο Monte Carlo. Κάθεται μόνος στην παραλία και σκέφτεται. Πάει στο καζίνο βγάζει μια τσάντα δολάρια και αρχίζει να παίζει. Την ώρα που παίζει η μνήμη του γυρίζει πίσω, στα τελευταία 9 χρόνια που πέρασε σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Ο Sally είναι εβραίος της Γερμανίας και είναι και καλλιτέχνης. Η τέχνη του στην οποία θεωρείται βασιλιάς είναι να πλαστογραφεί ταυτότητες, διαβατήρια, έγγραφα και χαρτονομίσματα. Το ταλέντο του θα γίνει το δικό του “διαβατήριο” που θα τον βγάλει από το Auschwitz και θα τον στείλει στο Sachenhausen.

Εκεί τον βάζουν στην ειδική πτέρυγα με προνομιούχους κρατούμενους σχεδιαστές, γραφίστες, και τυπογράφους. Μαζί θα δουλέψουν για την επιχείρηση Bernard, την παραχάραξη, δηλαδή, εκατομμυρίων τέλειων αντιγράφων λιρών και δολαρίων που θα βοηθήσουν το Γ’ Ράιχ αφενός να αγοράσει υλικά για τη συνέχιση του πολέμου, αφετέρου να προσπαθήσει να οδηγήσει τις οικονομίες της Βρετανίας και των ΗΠΑ σε κρίση.
Η παραχάραξη τραπεζογραμματίων "πληρωτέων επί τη εμφανίσει", των οποίων την αξιοπιστία εγγυάται το βασιλικό στέμμα ή ο Θεός [το περιβόητο in God we trust], συνιστά από μόνη της μια επαναστατική αν όχι αναρχική στάση και πράξη, απέναντι στο καταναλωτικό και καπιταλιστικό σύστημα αξιών. Ο ήρωας αυτής της ταινίας, ο ρωσοεβραίος 'Sally' Sorowitsch είναι ένας σύγχρονος "αναρχικός τραπεζίτης" και ταυτόχρονα παραμένει ευέλικτος, βαθιά ανθρώπινος και αλληλέγγυος, κάτι που αδυνατούν να αντιληφθούν οι ιδεολόγοι οι αρνητές και οι αντιρρησίες.
Στην περίοδο που θα ακολουθήσει ο Σάλυ θα έρθει αντιμέτωπος με τη στυγνή δολοφονική εξουσία των ναζί, τις προτροπές συγκρατουμένων του να σαμποτάρουν τους ναζί με κίνδυνο να εκτελεστούν, αλλά και τις δικές του ηθικές αναστολές.
Είναι θαύμα που μια τόσο ταπεινή ταινία καταφέρνει να χωρέσει τόσα πολλά και διαφορετικά διλήμματα και ερωτήματα, χωρίς να πλατειάσει ή να εξοκείλει. Ένα εξίσου μικρό θαύμα είναι και το σάουντρακ που ισορροπεί εξόχως ανάμεσα στον αργεντινό tango musician Carlos Gardel, τον κλασικό εξπρεσιονιστή Johannes Strauss και στην πρωτότυπη μουσική του Marius Ruhland.
Ο αυτοβιογράφος τυπογράφος σλοβάκος και εβραίος Adolf Burger [γεν. 1917] εξέδωσε το βιβλίο, απ' το οποίο προήρθε η ταινία, το 1992, ήτοι μισόν αιώνα μετά. Ζει και θάλλει ακόμη και είναι εκείνος που αν "περνούσε η γραμμή του" δε θα ζούσε να μας τα αφηγηθεί. Η ακαδημία βράβευσε την ταινία με Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης παραγωγής, άλλη μια μικρή έκπληξη της φετινής 80στης διοργάνωσης.
Στην συγκλονιστική ταινία συνυπάρχει η τραγωδία με το χιούμορ, η απόγνωση με την ελπίδα, η αποφασιστικότητα του Sally να επιβιώσει με τον κλονισμό και τις κρίσεις. Ο Markovics είναι εκπληκτικός και τα κοντινά πλάνα στο φαινομενικά ψυχρό πρόσωπό του μένουν αξέχαστα. Στο βάθος υπάρχει και η μουσική που κυριολεκτικά σε στοιχειώνει. Ιδίως αφού ακούσεις την ατάκα ενός άλλου μη προνομιούχου κρατούμενου στο τέλος, λίγο πριν επιστρέψουμε στο Monte Carlo και το πολύ όμορφο φινάλε.