15.12.11

ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΓΑΜΟΣ



NUNTA MUTA 
ΚΩΜΩΔΙΑ, ΔΡΑΜΑ

Παρασκευή 16/12/2011 Καρλόβασι, Σάββατο 17-Κυριακή 18/12/11 Σάμος
 
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Horatiu Malaele
ΣΕΝΑΡΙΟ
Adrian Lustig
Horatiu Malaele
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
 Meda Andreea Victor
 Alexandru Potocean
 Valentin Teodosiu
 Alexandru Bindea
 Ioana Anastasia Anton
ΔΙΑΡΚΕΙΑ
 87 λεπτά
ΧΩΡΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Ρουμανία, Λουξεμβούργο

ΓΛΩΣΣΑ
Ρουμάνικα


ΠΡΕΜΙΕΡΑ
 17-06-10
ΔΙΑΝΟΜΗ
 PCV
Κριτική της ταινίας

Πίσω στην κομμουνιστική Ρουμανία του 1953, υπάρχει ένα μικρό χωριό, ξεχασμένο από τον Θεό, ακόμα κι από τη... 'μαμά ΕΣΣΔ'. Οι κάτοικοι είναι ελάχιστοι, όμως αρκετοί ώστε να γεμίζουν την πλατεία του χωριού και την εκκλησία, σε γάμους, κηδείες και βαπτίσεις. Συναντάμε το χωριό ανάστατο από τις προετοιμασίες για το γάμο ενός νεαρού ζευγαριού. Τα τραπέζια έχουν στρωθεί, η αυτοσχέδια μπάντα έχει ξεκινήσει να παίζει και η γαμήλια πομπή βρίσκεται καθ' οδόν. Ξαφνικά μπροστά τους εμφανίζεται μια πομπή οχημάτων του Ρωσικού Στρατού, που τους ανακοινώνει ότι ο Ιωσήφ Στάλιν πέθανε κηρύσσοντας εθνικό πένθος επτά ημερών. Οι κάτοικοι έχουν μια ώρα προθεσμία να μαζέψουν τις ετοιμασίες του γάμου και να κλειστούν στα σπίτια τους. Όμως κρυφά αποφασίζουν ότι τίποτα δεν θα διακόψει τη χαρά τους και ότι θα γιορτάσουν το γάμο των παιδιών. στα μουγκά.
Θανάσης Γεντίμης [cinemanews.gr]

Συνέντευξη του σκηνοθέτη
Γεννημένος το 1952, ο Horatiu Malaele είναι ένας από τους δημοφιλέστερους ηθοποιούς και σκηνοθέτες στη Ρουμανία.
Εργάζεται για περισσότερα από 10 χρόνια στο γνωστό και αξιόλογο Bulandra Theatre στο Βουκουρέστι. Εκεί έχει σκηνοθετήσει και πρωταγωνιστήσει σε έργα σπουδαίων θεατρικών συγγραφέων όπως του Τσέχωφ, Ιονέσκο , Μολιέρο, Γκολντόνι. Ο Horatiu Malaele έχει παίξει σε πάνω από 50 Ρουμάνικες ταινίες. Έπαιξε επίσης στην ταινία του Κώστα Γαβρά, ΑΜΕΝ, το 2002. Επίσης, είναι γελοιογράφος: έχει κάνει πάνω από 30.000 πορτρέτα και περισσότερες από 30 εκθέσεις στη Ρουμανία και στο εξωτερικό. Ο Σιωπηλός γάμος  είναι η πρώτη του ταινία ως σκηνοθέτης.
Είστε ένας καταξιωμένος ηθοποιός και σκηνοθέτης θεατρικών έργων.
Γιατί αποφασίσατε να σκηνοθετήσετε αυτήν την πρώτη σας ταινία;


Πιστεύω ότι όλοι οι ηθοποιοί, οι σκηνογράφοι, οι συγγραφείς, οι ποιητές, οι χορογράφοι και οι σκηνοθέτες παίζουν στον ίδιο κήπο. «Δεν είμαστε πολλοί, αλλά είμαστε όλοι από την Αθήνα,» είχε πει κάποτε ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Για να πας από τη μια μεριά του κήπου στην άλλη, είναι απλά ζήτημα χρόνου και τύχης. Εγώ αισθάνθηκα την ανάγκη να αφηγηθώ αυτήν την πραγματική ιστορία. Έλαβε χώρα στο «Ανατολικό Μπλοκ» την εποχή που η ανθρωπότητα είχε κατρακυλήσει σε μια περίεργη νωθρότητα. Δεν έχει σημασία σε ποιο μέρος εξελίχτηκε αυτή η τραγωδία. Θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε οποιοδήποτε μέρος της πατρίδας μου. Είχα αναφέρει την ιστορία σε πολλούς σκηνοθέτες, αλλά κατέληξα να γυρίσω την ταινία εγώ. Το σενάριο κέρδισε ένα βραβείο από το Εθνικό Κέντρο Κινηματογράφου της Ρουμανίας. Βρήκαμε ένα μικρό χρηματικό ποσό και ξεκίνησα κατευθείαν τα γυρίσματα.

Η βασική σκηνή της ταινίας, που είναι και ο τίτλος του έργου, είναι μεταφορική. Αντιπροσωπεύει την κατάσταση της Ρουμανίας όταν ήταν κάτω από τον ζυγό του κομμουνισμού;

Όχι, η Ρουμανία δεν υποχρεώθηκε ποτέ να μείνει σιωπηλή. Το δικαίωμα να μιλάει κανείς δυνατά και ξεκάθαρα ήταν υπό απαγόρευση. Ο λαός της Ρουμανίας όμως ψιθύριζε άλλο τόσο. Υπέφερε, αλλά πάντα διατηρούσε το χιούμορ του. Παραδόξως, όσο πιο πολύ καταπιεζόταν η χώρα αυτή, άλλο τόσο μας έβγαινε στην επιφάνεια ένα μαζοχιστικό χιούμορ.

Γιατί τοποθετήσατε την ιστορία αυτή στο 1953 όταν πέθανε ο Στάλιν; Θα φανταζόταν κανείς ότι τα πράγματα θα βελτιωνόταν από ‘κει και πέρα!

Αντιθέτως, «Πέθανε ο Βασιλιάς, να ζήσει ο Βασιλιάς!» Μόνο που άλλαξε ο δήμιος. Ο κόσμος συνέχισε να τρομοκρατείται από έναν νέο δικτάτορα. Έτσι απλά. Εγώ δεν είχα γεννηθεί τότε, αλλά ο πατέρας μου, ο οποίος πέθανε πριν δυο χρόνια, μου τα είχε πει πάρα πολλές φορές.

Τι στυλ θέλατε να δώσετε στην ταινία σας;


Σε καμιά από τις δουλειές μου δεν έχω πέσει θύμα κάποιου συγκεκριμένου στυλ, τάσης ή δόγματος. Η φόρμα του έργου βγαίνει από την ουσία του και η κάθε ιστορία βρίσκει την δική της απόχρωση. Ή μάλλον αποχρώσεις, γιατί η ζωή δεν είναι μονόχρωμη και πάντα απαιτεί πολλαπλές αλλαγές παλέτας. Η ταινία στρέφεται εναλλακτικά από την τραγωδία στην παρωδία και από την πραγματικότητα στην φαντασία. Οι ταινίες του Εξπρεσιονισμού μου κινούν το ενδιαφέρον ή μπορεί και να έχει να κάνει με αυτόν τον «φανταστικό ρεαλισμό» με την έννοια που περιγράφει τον εαυτό του ο συγγραφέας Γκάμπριελ Γκαρθία Μάρκες ως «ρεαλιστικός!» Στην Δυτική Ευρώπη, ο κόσμος έχει την τάση να ξεχνάει ότι η Ρουμανία είναι η χώρα του Ιονέσκο, του Σιοράν, του Μιρσέα Ελιάντ και του Μπρανκούσι. Ελάτε στην Ρουμανία για να πραγματοποιήσετε ό,τι έχετε στη φαντασία σας!
Όταν ο Iancu φιλάει την Mara πάνω από το σεντόνι, δίνει την εντύπωση ότι φιλάει ένα φάντασμα. Έχει να κάνει η ταινία σας με φαντάσματα;

Δυστυχώς όχι. Όλοι οι χαρακτήρες είναι δραματικά πραγματικοί. Το «Iancu» ήταν και θα παραμείνει για πάντα το όνομα του πατέρα μου.

Πώς διαλέξατε τους ηθοποιούς;

Τους γνώριζα ήδη. Με πολλούς είχα συνεργαστεί στο παρελθόν, ενώ τους υπόλοιπους είχα σκηνοθετήσει σε άλλα έργα. Όλα ήταν πολύπλοκα γιατί είχα μόνο 26 μέρες για να ολοκληρώσω τα γυρίσματα και πολλές σκηνές έπρεπε να στηθούν με ιδιαίτερο τρόπο. Γι'αυτόν τον λόγο διάλεξα την Μeda Victor για τον ρόλο της Mara, η οποία ήταν ήδη καταξιωμένη ηθοποιός και καταληκτική χορεύτρια. Ο Alexandru Potocean, που παίζει τον Iancu, ήταν ήδη μεγάλος ηθοποιός του οποίου η μοναδική προσωπικότητα φαίνεται από την ερμηνεία του στο έργο «4 Μήνες, 3 Εβδομάδες και 2 Μέρες» του Cristian Mungiu. Πιστεύω ότι οι δυο αυτοί ηθοποιοί θα έχουν ένα λαμπρό μέλλον.

Πώς ακριβώς έχει επηρεάσει η διεθνής επιτυχία αυτού του «Ρουμανικού Νέου Κύματος» τον Ρουμανικό κινηματογράφο;

Οι ταινίες του Mungiu ή Puiu είναι μινιμαλιστικές. Αυτές οι ταινίες είναι το αποτέλεσμα ενός δυναμικού κινηματογραφικού παρελθόντος που είχε εκμηδενιστεί από την πολιτική κατάσταση της Ρουμανίας. Επίσης σημαντικό ρόλο στην αισθητική των ταινιών αυτών έπαιξε και το οικονομικό πρόβλημα. Η δική μου ταινία είναι διαφορετική.
[myfilm.gr]
 

8.12.11

Honey


ΤΟ ΜΕΛΙ
                    
Σκηνοθεσία: Semih Kaplanoglu
Σενάριο: Semih Kaplanoglu, Orçun Köksal
Φωτογραφία: Baris Ozbicer
Πρωταγωνιστούν:  Bora Altas, Erdal Besikçioglu, Tülin Özen, Ayse Altay, Alev Uçarer, Özkan Akcay, Selami Gökce, Adem Kurkut, Kamil Yilmaz
Διάρκεια: 103'
Έγχρωμη, Τουρκία, 2010

Διακρίσεις:
Βραβείο Χρυσής Άρκτου Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου 2010
Ειδικό Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βερολίνου 2010

Σημείωμα του σκηνοθέτη
Τριλογία του Γιουσούφ
Το Μέλι είναι η τρίτη ταινία της «Τριλογίας του Γιουσούφ». Η ιδέα για την τριλογία, μου ήρθε ενώ ξαναδιάβαζα ένα σενάριο το οποίο είχα γράψει καιρό πριν και που πάνω-κάτω μιλάει για την ιστορία του νεαρού Γιουσούφ, όπως αυτή αποτυπώθηκε στο Γάλα. Ενώ διαμόρφωνα τον χαρακτήρα του Γιουσούφ, άρχιζα να σκέφτομαι τόσο το μέλλον του ως ενήλικα (στο Αυγό) όσο και το παρελθόν του ως μικρό παιδί (τώρα, στο Μέλι). Αυτές οι ιδέες με βοήθησαν στο να δώσω σάρκα και οστά στην τριλογία. Ξεκίνησα με το Αυγό, πιθανώς επειδή ήθελα να δείξω κατευθείαν την κύρια ουσία του χαρακτήρα του Γιουσούφ. Η τριλογία μπορεί να «διαβαστεί» ως ένα εκτεταμένο φλασμπάκ, ωστόσο καμία από τις τρεις ταινίες δεν είναι εποχής. Όλες διαδραματίζονται στη σύγχρονη Τουρκία, σε διάφορα μέρη, με μια ποικιλία στις σχέσεις όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί και με βάση τα οικονομικά δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή. Τέλος, αποφάσισα να μη μιλήσω ούτε και να αποκαλύψω τα μυστηριώδη μέρη του χαρακτήρα του Γιουσούφ, την οποιαδήποτε εμφανή ή όχι σχέση των ταινιών μεταξύ τους, όπως και τα σκοτεινά στοιχεία που αυτές σίγουρα έχουν.
Οι εμπειρίες μου από το παρελθόν
Στο Μέλι, για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του Γιουσούφ χρησιμοποίησα πολλές από τις δικές μου εμπειρίες και θύμησες του παρελθόντος. Άρα, μπορώ να πω ότι ο Γιουσούφ έχει κάτι από εμένα. Προτίμησα να βασιστώ στα δικά μου νεανικά και παιδικά χρόνια ενώ έγραφα τα τρία σενάρια, και έτσι πιστεύω ότι δόθηκαν πιο πειστικά και ρεαλιστικά τα ζητήματα, τα προβλήματα και οι αναζητήσεις του Γιουσούφ. Ειδικώς για το Μέλι, οι αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων λειτούργησαν σε βαθμό απόλυτο. Τα προβλήματά μου στο σχολείο ενώ προσπαθούσα να μάθω πως να γράφω και να διαβάζω, οι απορίες μου για τον κόσμο των μεγάλων που έμειναν βέβαια αναπάντητες, η έντονη σκληρότητα που έβλεπα ότι υπάρχει στον κόσμο, η αφθονία της φύσης… Με έναν τρόπο, το μικρό παιδί διαμορφώνει την προσωπικότητα του ενώ ανακαλύπτει τον κόσμο με την περιέργειά του. Μέσα από περιστασιακές μικροπαρεξηγήσεις οδηγείται σε αφελή λάθη, σε όνειρα και παιχνίδια και σε μελαγχολίες που τον σπρώχνουν να βρει την αλήθεια. Και εύχομαι το Μέλι να μας προτρέψει να ν’ ανακαλύψουμε την αλήθεια του Γιουσούφ, που έχει ο καθένας μας.
Ένα ασυνήθιστο μέρος
Για τον Γιουσούφ και τον πατέρα του Γιακούπ, το δάσος αντιπροσωπεύει έναν παραμυθένιο κόσμο που ενέχει πολλά από τα μυστήρια της καρδιάς τους. Το δάσος είναι μια μαγική σφαίρα μέσα στην οποία πατέρας και γιος εξαφανίζονται και εμφανίζονται πίσω ξανά. Δεν πρόκειται για ένα συνηθισμένο μέρος, αυτοί όμως το περνούν καθημερινά γιατί πρέπει να ζήσουν. Είναι ένας άλλος κόσμος με μεγάλα γέρικα δέντρα, πολλά ιδιαίτερα πλάσματα, όπως μουλάρια και γεράκια που τους κρατάνε συντροφιά κατά το πέρασμά τους. Ήταν λίγο δύσκολο να βρω ένα μέρος που να υπάρχουν πολλά και ψηλά δέντρα με μεγάλους κορμούς. Προσπάθησα πολύ ώστε ν’ ανακαλύψω το μέρος που θα είναι και κατάλληλο για να τοποθετηθούν οι κυψέλες αλλά και να μπορεί να διαμορφώσει αυτό τον οπτικό κόσμο που ήθελα να αποτυπώσω στο Μέλι. Δούλεψα με το συνεργείο μου σε διάφορες δασικές εκτάσεις, ιδιαιτέρως σε εκείνες που γνωρίζαμε ότι βρίσκουν καταφύγιο οι μέλισσες εδώ και χρόνια. Αυτές ζουν σε κυψέλες 30-40 χιλιομέτρων απόσταση η μία από την άλλη, σε ποικίλα ύψη από το επίπεδο της θάλασσας, και όλες έχουν το χαρακτηριστικό γνώρισμα των πολλών ειδών δέντρων, στα οποία μένουν.
Γιακούπ ο μελισσοκόμος
Ο πατέρας του Γιουσούφ, ο Γιακούπ, είναι ένας μελισσοκόμος που παράγει ένα είδος μελιού, το οποίο θεωρείται από τα καλύτερα στον κόσμο και βγαίνει συγκεκριμένα στην περιοχή που ζει. Σε αυτό το θεραπευτικό μέλι βρίσκεται η ουσία ενός παλαιότερου κόσμου, μιας ανέγγιχτης φύσης και μιας ιερής γνώσης για τους κατοίκους της περιοχής. Παράγεται από ένα μικρό αριθμό μελισσοκόμων. Το επάγγελμα του Γιακούπ σύντομα όμως θα χαθεί. Πρόκειται για μια σκληρή δουλειά, στην οποία πρέπει να τοποθετεί τις ειδικώς κατασκευασμένες κυψέλες σε ψηλά δέντρα στις ορεινές περιοχές. Αυτή η δουλειά είναι και επικίνδυνη και εξαντλητική. Ο θαυμασμός του Γιουσούφ για τον πατέρα του οφείλεται βεβαίως στην αντισυμβατική δουλειά του. Κατά τη γνώμη μου, εδώ υπάρχει και η απάντηση για τη μελλοντική κλίση του Γιουσούφ στην ποίηση, όπως την είδαμε στις άλλες ταινίες της τριλογίας.
Η απουσία του πατέρα
Δε μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι έντονη η πατρική φιγούρα για τον Γιουσούφ στην «Τριλογία» του, από τη στιγμή που βλέπουμε καθαρά στο Μέλι ότι έχει μια πολύ δυνατή σχέση με τον πατέρα του. Το θέμα είναι, πώς ο Γιουσούφ θα βιώσει τη μετέπειτα φυγή του πατέρα του, με ποιο τρόπο δηλαδή θα διαχειριστεί αυτή την απουσία. Από ψυχαναλυτικής πλευράς, η πρόωρη απώλεια του πατέρα μπορεί να οδηγήσει τον Γιουσούφ να δομήσει μια σχέση, βασισμένη σε σταθερές αρχές, με τη μητέρα του ας πούμε, όπως δηλαδή συμβαίνει στο Γάλα. Μπορεί αυτός ο λόγος να κρύβεται στο εύθραυστο του χαρακτήρα του Γιουσούφ, την εσωστρέφεια και την αναποφασιστικότητα καθώς και την ενδεχόμενη επανεύρεση του εαυτού του, όπως τα παρακολουθούμε στο Αυγό. Όμως, όλα αυτά είναι θέματα ψυχολογικά, τα οποία δεν ελκύουν πάντα τις ιστορίες μου. Προσωπικά, προσπαθώ να αποδώσω και να απεικονίσω την κατάσταση που διαχειρίζομαι σε πιο πνευματικά επίπεδα. Παρά τον κατακερματισμό της ύπαρξής μας από την επιστήμη της ψυχολογίας και τον περιορισμό της ουσίας της ζωής σε αιτίες και επιδραστικές σχέσεις, προσπαθώ να βάζω στις ιστορίες μου μια ανώτερη δύναμη. ……………………………………………………………………….
Τα παιδικά χρόνια της ανθρωπότητας
Εάν καθορίζαμε τους σύγχρονους καιρούς σαν τα ενήλικα χρόνια της ανθρωπότητας, τότε μπορώ να πω ότι οι περιοχές στις οποίες γυρίστηκε το Μέλι έχουν ακόμη κάτι από τα παιδικά χρόνια της ανθρωπότητας. Δουλέψαμε σε ορεινά χωριά, τα οποία πολύ γρήγορα θα εγκαταλειφθούν από τους κατοίκους τους, αφού εξακολουθούν να ζουν με τις παραδόσεις άλλων εποχών και σε συνθήκες και κανόνες ζωής που έχουν καθοριστεί από τη φύση. Σε κάποια μέρη, είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια την καταστροφή των φυσικών πηγών νερού εξαιτίας της κατασκευής εγκαταστάσεων παραγωγής θερμικής ενέργειας. Αυτό είναι ένα πρόβλημα το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί το συντομότερο δυνατό.
……………………………………………………
Πνευματικός ρεαλισμός
Έζησα και έμαθα πολλά πράγματα αυτά τα τέσσερα χρόνια στη διάρκεια της προετοιμασίας, της παραγωγής, και της κυκλοφορίας των τριών ταινιών της «Τριλογίας του Γιουσούφ». Ήταν επίσης μια διαδικασία όπου διαμόρφωσα το προσωπικό μου σκηνοθετικό στυλ, το οποίο και κάπως αδόκιμα αποκαλώ «πνευματικό ρεαλισμό»…………………………………………………
Amafilms.gr
 

1.12.11

ΣΤΙΣ ΠΑΡΥΦΕΣ

 PERIFERIC / OUTBOUND

Είδος ταινίας
ΔΡΑΜΑ
Σκηνοθεσία
Bogdan George Apetri
Σενάριο
Bogdan George Apetri
Cristian Mungiu
Ioana Uricaru
Tudor Voican
Διανομή
New Star (Ελλάδα)
 
Χρονολογία παραγωγής
2010
Χώρα παραγωγής
ΡΟΥΜΑΝΙΑ, ΑΥΣΤΡΙΑ
Γλώσσα
ΡOYMANIKA
Διάρκεια
87'
Πρωταγωνιστούν:
Ana Ularu ... Matilda
Mimi Branescu ... Paul
Andi Vasluianu ... Andrei
Ioana Flora ... Lavinia
Timotei Duma ... Toma
Ingrid Bisu ... Selena
Marius Chivu ... Sofer taxi
Andrei Gheorghe ... Cosmin
Cristian Gras ... Matei
Damian Oancea ... Domnul Cezar
Cristian Olescher ... Daniel
Ioan Popescu ... Preot
Teodor Ratescu ... Luca
Oana Rusu ... Functionar inchisoare
Ion Sapdaru ... Virgil
Διακρίσεις
ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ- ΧΡΥΣΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ στο 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
ΒΡΑΒΕΙΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ- ΑΝΝΑ ΟΥΛΑΡΟΥ
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΕΚΚ (ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΚΡΙΤΙΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ)
Κριτική της ταινίας
Η ρουμάνικη ταινία «Στις παρυφές» του Μπογκντάν Τζόρτζε Απέτρι, που κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ καθώς και το βραβείο της Πανελλήνιας ΄Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου, ήταν αναμφισβήτητα μια από τις καλύτερες ταινίες του 51ου φεστιβάλ, μαζί με την τουρκική «Ζεφίρ» της Μπέλμα Μπας και την πολωνική «Το παρόραμα» του Μάρεκ Λέχκι.
Η ΄Αννα Ουλάρου, πρωταγωνίστρια της ταινίας «Στις παρυφές» του Μπογκντάν Τζόρτζε Απέτρι, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας.
Εδώ και μερικά χρόνια ο ρουμανικός κινηματογράφος δεν σταματά να μας εκπλήσσει με την πρωτοτυπία και τη δύναμη των ταινιών του, όπως το «4 μήνες, τρεις βδομάδες και δύο μέρες» του Κρίστιαν Μουνγκίου, «Ο θάνατος του κυρίου Λαζαρέσκου» του Κρίστι Πούιου, «Αστυνομικός, επίθετο» του Κορνήλιου Παρουμπόιου. Είναι ταινίες γυρισμένες από μια νέα γενιά δημιουργών, που πέρα από τη φρεσκάδα της ματιάς τους, καταπιάνονται με τόλμη και ξεκάθαρο μυαλό με επίκαιρα θέματα που αφορούν τις σύγχρονες ευρωπαϊκές, και όχι μόνο, κοινωνίες.
Στην ίδια γραμμή πρέπει τώρα να τοποθετήσουμε και τον Μπογκντάν Τζόρτζε Απέτρι. Πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι μια νέα γυναίκα, η Ματίλντα, που βγαίνει από τη φυλακή με προσωρινή άδεια για να παραστεί στην κηδεία της μητέρας της. Η ταινία εκτυλίσσεται σε ένα 24ωρο στη διάρκεια του οποίου η Ματίλντα συναντά τρία διαφορετικά πρόσωπα: τον Πολ, τον παντρεμένο αδερφό της, που προσπαθεί να τον πείσει ν' αναλάβει τη φροντίδα του 8χρονου γιου της, τον Αντρέι, τον νταβαντζή και πατέρα του γιου της, από τον οποίο ζητά το χρηματικό ποσό που της χρωστά για να μπορέσει να φύγει από τη χώρα και να πάρει μαζί της και τον γιο της, και τελικά τον γιο της, Τόμα, που τον ανακαλύπτει στο ορφανοτροφείο όπου τον είχε κλείσει ο πατέρας του.
Τίποτα όμως δεν λειτουργεί σωστά. Βρισκόμαστε σε μια κοινωνία αποξενωμένη, σε κρίση, οικονομική αλλά και αξιών, όπου η οικογένεια, το βασικό, δηλαδή, κύτταρό της, είναι τεμαχισμένη. Ο αδερφός αδιαφορεί για την πορεία της αδερφής του, ο πατέρας του παιδιού προσπαθεί μόνο να εκμεταλλευτεί τη γυναίκα ενώ εγκαταλείπει το παιδί του, το οποίο μεγαλωμένο σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν μπορεί να έχει παρά αντίστοιχες συμπεριφορές. Είναι ένα θέμα που απασχόλησε πολλές από τις ταινίες του φετινού διαγωνιστικού, από μικρές βασικά χώρες (Τουρκία, Δανία, Πολωνία, Ελλάδα κ.ά.).
Ο Απέτρι χρησιμοποιεί ένα απλό, άμεσο, νατουραλιστικό στιλ, που τονίζει ακόμη περισσότερο τη μιζέρια, την απανθρωπιά, τη μοναξιά και την απογοήτευση που επικρατούν στη σύγχρονη κοινωνία μας και που καθορίζουν την πορεία των ανθρώπινων σχέσεων. Μια πορεία που δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην εκμετάλλευση, την εγκατάλειψη ακόμη και την προδοσία. Η ταινία του, βουτηγμένη σε μια μαύρη ατμόσφαιρα, είναι δοσμένη με οικονομία, πάθος, οξυδέρκεια και κριτική ματιά. Η νεαρή πρωταγωνίστριά του, Αννα Ουλάρου (δίκαια κέρδισε το βραβείο ερμηνείας του φεστιβάλ), εκφράζει μέσα από το πρόσωπό της αλλά και την όλη συμπεριφορά της την κακοποίηση, τον πόνο και το μαρτύριο που έχει περάσει.
ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ

25.11.11

Leaving - Φεύγω



Παρασκευή 25/11/2011 Καρλόβασι
Σάββατο 26, Κυριακή 27/11/2011 Σάμος

PARTIR

ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Catherine Corsini
ΕΙΔΟΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Ερωτικό δράμα
ΓΛΩΣΣΑ:
ΔΙΑΡΚΕΙΑ
 85 λεπτά
ΠΡΕΜΙΕΡΑ
29-04-10
ΔΙΑΝΟΜΗ
Nutopia

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ
Kristin Scott Thomas
Sergi Lopez
Yvan Attal
Bernard Blancan
Aladin Reibel

Κριτικές ταινίας
1. Η οικογένεια είναι το παν. Αυτό ισχύει για την Suzanne (Christine Scott Thomas) και τον Samuel (Yvan Attal). Ο Samuel βγάζει τα λεφτά και η Suzanne μεγαλώνει τα παιδιά. Μέχρι που αποφασίζει να αρχίσει να δουλεύει ανακαινίζοντας μια αποθήκη δίπλα από το σπίτι. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης θα γνωρίσει τον Ivan (Sergi Lopez) και μια ύποπτη χημεία θα αναπτυχθεί μεταξύ τους. Κάτι που θα γίνει ακόμα πιο έντονο όταν η Suzanne θα γίνει η αιτία για να τραυματιστεί ο Ivan. Όχι μόνο από τύψεις, θα αναλάβει να τον φροντίσει και η έντονη φλόγα που υπάρχει μεταξύ τους θα πυρώσει επικίνδυνα και θα μετατραπεί σε έναν παθιασμένο έρωτα που θα έρθει αντιμέτωπος με πολλά εμπόδια. Η Suzanne δεν μπορεί να μείνει άλλο με τον άντρα της. Τον ενημερώνει για την αποστασιοποίησή της. Ένας έρωτας τόσο παθιασμένος και τόσο αληθινός δεν μπορεί παρά να βρει εχθρούς και δυσκολίες και τον αναγκάζει να παλέψει για την ύπαρξή του...
Πέτρος Καλογεράς

2.  Φεύγω, (Partir-Leaving) είναι ο τίτλος της νέας ταινίας της Κατρίν Κορσινί η οποία κάνει την Πέμπτη 29 Απριλίου πρεμιέρα στους ελληνικούς κινηματογράφους.
Πρόκειται για μια ταινία, ερωτικό δράμα ανάμεσα σε ένα ζευγάρι και τον χωρισμό τους, εξαιτίας ενός απρόσμενου εξωσυζυγικού πάθους.
Η Σουζάν είναι μια σαραντάρα γυναίκα παντρεμένη με τον χειρουργό Σάμουελ και μητέρα δύο παιδιών , οι οποία ζει μια ήρεμη και οικογενειακή ζωή σε μια πόλη της Νότιας Γαλλίας.
Τη γαλήνη της οικογένειας έρχεται να ταράξει ένας Ισπανός εργάτης που εργάζεται στο σπίτι τους, όταν ξαφνικά η Σουζάν ελκύεται από αυτόν τον άνδρα και για χάρη του πάθους που υπάρχει ανάμεσά τους παρατάει τον άντρα και τα παιδιά της.
Η συνέχεια δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα καθώς εμπόδιο στην προσπάθεια  της Σουζάν και του εργάτη να ζήσουν τον μοιραίο τους πάθος, στέκεται ο πρώην άντρας της που κάνει τα πάντα για να τους χωρίσει.
Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί πως ο «απατημένος» σύζυγος στήριξε οικονομικά και ψυχικά τη Σουζάν από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι της στη Γαλλία.
Η ταινία έχει μικρή διάρκεια, είναι γρήγορη στον ρυθμό, πολύ συγκεκριμένη σε αυτά που θέλει να διηγηθεί, χωρίς να κουράζει τον θεατή στοιχεία που είναι υπέρ της ταινίας, καθώς το θέμα και η πλοκή της είναι κάτι που το έχουμε δει αρκετές φορές και να παίζεται στον κινηματογράφο , αλλά και στη ζωή.
Α.Κοντούλη [i-live.gr]
3. Έρωτας, ο πραγματικός έρωτας (που συμβαίνει σπάνια και μόνο σε μια μικρή μερίδα του πληθυσμού) είναι μια ψυχική διαταραχή κατά την οποία στα μάτια του πάσχοντος, το ερωτικό του αντικείμενο συγκεντρώνει όλο το νόημα της ζωής. Κατέχοντας το ερωτικό αντικείμενο, βιώνει κανείς αυτό που ονομάζουμε ευτυχία και στερούμενός το, αυτό που ονομάζουμε κόλαση. Μέσα στη σκλαβιά του πόθου, φυσάει μια άγρια ελευθερία. Στον έρωτα καταργείται (επι τέλους) ο πολιτισμός που αστυνομεύει τη φύση μας, έρχεται στην επιφάνεια το ασυνείδητο και (επι τέλους) διαλύεται η σημασία του θανάτου. Το ασυνείδητο δεν γνωρίζει τον θάνατο και ο ερωτευμένος σταματάει να τον φοβάται με τρόπο που κανένα φάρμακο του πολιτισμού δεν το καταφέρνει – το προσπαθεί η τέχνη, η θρησκεία και η επανάσταση αλλά όχι τόσο αποτελεσματικά.

Έτσι, περιγράφοντας ένα περιστατικό έρωτα δεν έχει κανένα νόημα να αναλύσει κανείς αιτίες που τον προκάλεσαν. Μπορεί κανείς μόνο να τον «τραγουδήσει» στο σωστό τόνο και, πολύ σοφά, η
Catherine Corsini κάνει αυτό ακριβώς. Παραμερίζει τις μελό παγίδες, δεν δραματοποιεί αλλά δείχνει το δράμα μέσα από μια λιτή σκηνοθετική γραμμή και επιλέγει εύστοχα τους πρωταγωνιστές της. Η ερωτευμένη είναι η Kristin Scott Thomas, δηλαδή μια ηθοποιός με ψυχρό φιζίκ, τέτοιο ώστε να προστατεύει το αληθινό δράμα από την μελοδραματική του παρέκκλιση. Στο σώμα και στο πρόσωπο της βγαίνουν τα έγκατα με μια σπαρακτική απλότητα. Το αντικείμενο του πόθου είναι ο Sergi Lopez, ένας ηθοποιός που ο τετράγωνος, γήινος σωματότυπος και η κάπως χωριάτικη ισπανική του συμπεριφορά αντιπαρατίθενται στον άγριο αλλά «κομψό πολιτισμό» του συζύγου. Η ηρωίδα ακούει το κάλεσμα της φύσης και επιστρέφει σε αυτήν. Θα ήταν πιο δύσκολο στην επίτευξη αλλά θα προέκυπτε ένα πιο σπουδαίο έργο αν το σενάριο ανέλυε κάπως την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας π.χ. δείχνοντάς μας έναν ιδιαίτερο άνθρωπο που ασφυκτιούσε μέσα από μια εκλογικευμένη ζωή όπως ήταν η δική της. Ο έρωτας αφορά συγκεκριμένες ιδιοσυγκρασίες και ακόμη πιο ιδιαίτερα, συνήθως γυναίκες.

Χάρης Καλογερόπουλος [CINE.GR]

17.11.11

Ο ΜΥΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ

Παρασκευή 18/11 Καρλόβασι
Σάββατο 18 και Κυριακή 20/11 Σάμος

ΕΙΔΟΣ ΤΑΙΝΙΑΣ: Ιστορική
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ:  Lech Majewski
ΣΕΝΑΡΙΟ: Lech Majewski
Michael Francis Gibson (από το ομώνυμο βιβλίο του “THE MILL AND THE CROSS”)
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ:  Rutger Hauer, Charlotte Rampling, Michael York

 
ΔΙΑΡΚΕΙΑ:  92 λεπτά

ΠΡΕΜΙΕΡΑ: 24-04-11

ΔΙΑΝΟΜΗ: New Star
Ειδικά Εφέ: Odeon Rybarczyk
Χρονολογία παραγωγής: 2011
Χώρα παραγωγής: ΠΟΛΩΝΙΑ, ΣΟΥΗΔΙΑ
Γλώσσα: ΑΓΓΛΙΚΑ
Οι μικρές ιστορίες και τα μυστικά της κατασκευής ενός από τους πιο αινιγματικούς πίνακες όλων των εποχών: του «Δρόμου προς τον Γολγοθά» του Πίτερ Μπρέγκελ (1564). Τι κρύβεται πίσω από τους 500 χαρακτήρες του πίνακα και πως ακριβώς τα εμπνεύστηκε όλα αυτά ο διάσημος Φλαμανδός ζωγράφος;

Κριτική της ταινίας.
  Μυθοπλασία, ντοκιμαντέρ, φαντασία, πολιτική αλληγορία και καλλιτεχνικό δοκίμιο. Μια από τις πιο παράξενες ταινίες των τελευταίων χρόνων. Μια απλή (αλλά καθόλου απλουστευτική) και εξόχως εμπνευσμένη ανάλυση ενός διάσημου αναγεννησιακού πίνακα.
1.      Το 1564 ο Φλαμανδός ζωγράφος Πίτερ Μπρέγκελ ζωγράφισε τον «Δρόμο προς τον Γολγοθά», έναν από τους πιο εντυπωσιακούς, αλλά και πιο αινιγματικούς πίνακες της Ιστορίας. Αναπαριστά βεβαίως την πορεία προς την Σταύρωση, ο ίδιος ο Ιησούς όμως «Ο Φέρων τον Σταυρό» (όπως είναι ο άλλος τίτλος του πίνακα) παρουσιάζεται ως μια μικρή φιγούρα χαμένη σε μια τεράστια σύνθεση 500 ανθρώπων.
Σε μια εποχή πολέμων, θρησκευτικών αναταράξεων και μισαλλοδοξίας ο Μπρέγκελ τόλμησε κάτι εξόχως πρωτοποριακό: τη σύγκλιση του Θείου με το ανθρώπινο πάθος και την πολιτική κριτική- εκείνο τον καιρό εξάλλου οι Ισπανοί κατακτητές της πατρίδας του επανέφεραν τον καθολικισμό και τον επέβαλαν με την βία σε όσους είχαν ήδη ασπαστεί τις αρχές του Λούθηρου.
Τεμαχίζοντας λοιπόν αυτό το εκπληκτικό ταμπλό ο Πολωνός σκηνοθέτης (και ποιητής, και ζωγράφος και μουσικός) Λεχ Μαγέφσκι προσπαθεί να ερμηνεύσει και να αναδείξει μερικές από τις μικρές ιστορίες που πλαισιώνουν την πορεία του Χριστού.
Εστιάζοντας στα μικρά ανθρώπινα πάθη και ξαναζωγραφίζοντας με την κάμερα τον πίνακα, ο 58χρονος σκηνοθέτης βάζει τον θεατή στην θέση του ζωγράφου και τον αφήνει να παρακολουθήσει όλα τα μυστικά της κατασκευής του. Ενδυματολογικός πλούτος, ζωγραφιστά ντεκόρ που διαχέονται μέσα στα ψηφιακά εφέ και πανέξυπνες κινηματογραφικές εκπλήξεις. Ένα σπάνιο και συναρπαστικό δοκίμιο κινούμενων εικόνων.
Ορέστης Ανδρεαδάκης,e-go.gr
2.      Σε τεχνικό επίπεδο, η ταινία είναι μια αποκάλυψη, μεγαλύτερης κλίμακας από ταινίες του Πίτερ Γκρίναγουεϊ ή του Πίτερ Βέμπερ που είχε γυρίσει το «Κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι». Η υλοποίηση της ταινίας θεωρήθηκε μια «απίθανη αποστολή», σχεδόν ανέφικτη! Όχι όμως για τον έμπειρο δημιουργό Majewski, που αποφάσισε να βασιστεί σε πρωτοποριακή χρήση ψηφιακών εφέ, για να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα: έναν ζωντανό πίνακα! Η ταινία είναι αξιοθαύμαστη για τον συνδυασμό blue-screen, ζωντανής δράσης σε πραγματικά τοπία και σκηνικά ζωγραφισμένα από τον ίδιο τον Majewski. Ο σκηνοθέτης αλλάζει τον τρόπο που η τέχνη απεικονίζεται στα φιλμ, εισάγοντας μια πρωτοποριακή μέθοδο για να «μπούμε» μέσα στον πίνακα και να δημιουργηθεί μια αφήγηση βασισμένη στις απεικονισμένες φιγούρες, που ενσαρκώνονται από τους ηθοποιούς. Ήταν δουλειά που χρειαζόταν υπομονή και φαντασία, με χρήση νέας CG τεχνολογίας και 3D εφέ….Ο Majewski, για την πραγματοποίηση του οράματός τους, χρησιμοποίησε τεχνολογία 3D και μια ψηφιακή κάμερα 4 ετών, γνωστή ως 4K Red One, για να εισχωρήσει στον πίνακα, δημιουργώντας μια εξερεύνηση της τέχνης μέσω της κάμερας, τέτοια που δεν έχει ξαναγίνει ποτέ. Με την δύσκολη και κοπιαστική μέθοδο του διαχωρισμού των επιπέδων και του συνδυασμού τους στην τελική εικόνα, η διαδικασία για την ολοκλήρωση της ταινίας πήρε σχεδόν 3 χρόνια! «Χρησιμοποιήσαμε το 3D με έναν νέο τρόπο, συνδυάζοντας την απόδοση της Κόκκινης Κάμερας με τις υφές των πινάκων, δίνοντας αυτή την υφή σε κάθε πλάνο του τοπίου, με έναν τρόπο που δεν έχει ξαναγίνει» εξηγεί ο σκηνοθέτης. «Αυτή είναι η πρώτη φορά που η κάμερα έχει ποτέ χρησιμοποιηθεί σε μια ταινία πάνω σε ένα αντικείμενο τέχνης. Δημιουργούμε έναν νέο κόσμο.»  Ο σκηνοθέτης έστησε επίσης το φιλμ σαν ένα έργο τέχνης. «Γυρίσαμε κάθε πλάνο σαν πίνακα» λέει, προσθέτοντας ότι η διαδικασία αυτή περιλάμβανε το κομμάτιασμα της εικόνας και μετά την επανασυναρμολόγηση σε ένα συνολικό κομμάτι. «Είναι σαν το έργο ενός Βενεδεκτίνου μοναχού, που συναρμολογεί την εικόνα από διάφορα υλικά. Δεν έχω δει ποτέ πριν ταινία σαν κι αυτή.» In.gr/ 20 Απριλίου 2011 
 

10.11.11

Tο άλογο του Τορίνο

Παρασκευή 11/11/2011 Καρλόβασι
Σάββατο 12 Κυριακή 13/11/2011 Σάμος

ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ:
 Μπέλα Ταρ

ΔΙΑΡΚΕΙΑ
146 λεπτά
ΠΡΕΜΙΕΡΑ
07-04-11
ΔΙΑΝΟΜΗ
New Star
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ:
 Γιάνος Ντέρζι, Έρικα Μποκ, Μιχάλι Κόρμος

Διακρίσεις
Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής, Φεστιβάλ Βερολίνου
Κριτική ταινίας
 Τορίνο, 3 Ιανουαρίου 1889: ο Φρίντριχ Νίτσε βγαίνει από την πόρτα του σπιτιού που διαμένει. Όχι μακριά από αυτόν, ο οδηγός ενός δίτροχου κάρου έχει πρόβλημα με το πεισματάρικο άλογό του. Όσο κι αν το τσιγκλά, το άλογο αρνείται να κουνηθεί και τότε ο οδηγός χάνει την υπομονή του και αρχίζει να το μαστιγώνει. Ο Νίτσε μπαίνει στη μέση με φούρια για να δώσει τέλος σε αυτή τη βίαιη σκηνή αγκαλιάζοντας το λαιμό του αλόγου και κλαίγοντας. Ο σπιτονοικοκύρης του τον παίρνει μέσα στο σπίτι, τον βάζει να ξαπλώσει ακίνητο και σιωπηλό για δύο μέρες, μέχρι που ο Νίτσε θα μουρμουρίσει τα απαραίτητα τελευταία του λόγια και θα ζήσει για ακόμα 10 χρόνια, βουβός και παράφρων, με τη φροντίδα της μητέρας του και των αδελφών του. Με αφορμή αυτό το πραγματικό περιστατικό, ο Bela Tarr δημιουργεί την φανταστική ιστορία που συνέβη αμέσως μετά και αποτελεί μια συγκλονιστική περιγραφή της δύσκολης ζωής του οδηγού του κάρου, της κόρης του και του αλόγου.
Θανάσης Γεντίμης [cinemanews.gr]

2. Συνέντευξη
Μπέλα Ταρ: «Ο κόσμος μας έφτασε στα όρια του»
Από τα πρόσωπα που ξεχώρισαν πριν από μερικούς μήνες στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου η ταινία του Το άλογο του Τορίνο απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής, ο 66χρονος Ούγγρος σκηνοθέτης Μπέλα Ταρ βρίσκεται από το απόγευμα της Δευτέρας 6 Ιουνίου 2011 στην Ελλάδα με αφορμή το αφιέρωμα που διοργανώνει στις ταινίες του η κινηματογραφική εταιρία New Star.
Ο Ταρ σκηνοθετεί από το 1977 (Οικογενειακή φωλιά) αλλά το έργο του άρχισε να γίνεται γνωστό στην Ελλάδα μόλις το 2002, όταν το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης διοργάνωσε μια μεγάλη ρετροσπεκτίβα στις δημιουργίες του. Με ταινίες όπως Οι αρμονίες του Werckmeister, Κολαστήριο και Ο άνθρωπος από το Λονδίνο ο ιδιότυπος αυτός δημιουργός ακολουθεί με συνέπεια το μοναχικό μονοπάτι που ο ίδιος χάραξε: μεγάλες λήψεις, αφαιρετικοί διάλογοι, αινιγματικό και μυστηριώδες κλίμα, μινιμαλιστική χρήση της μουσικής, τεράστιος χρόνος, μόνιμη θεματική για τον τραγικό ευτελισμό της ανθρώπινης κοινωνίας· στοιχεία που συντελούν στη μοναδικότητα του έργου του. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που σκηνοθέτες όπως ο Τζιμ Τζάρμους και ο Γκας βαν Σαντ έχουν εκφραστεί με κολακευτικά σχόλια για τον Ταρ, χαιρετίζοντας τις ταινίες του ως κορυφαία έργα ανανέωσης του τρόπου που αντιμετωπίζουμε το σινεμά (το σχεδόν οκτάωρης διάρκειας Satan Tango έχει χαρακτηρισθεί από πολλούς κριτικούς το απόλυτο κινηματογραφικό επίτευγμα της δεκαετίας του '90).


- Αυτή είναι η δεύτερη φορά που έρχεστε στην Ελλάδα μετά το αφιέρωμα που είχε κάνει το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης σε εσάς το 2002.
Τι έχει αλλάξει από τότε;
Υπάρχουν οι πληροφορίες που δέχομαι από την τηλεόραση, ξέρω την ιστορία της Ελλάδας, μπορώ να αντιληφθώ τι γίνεται, αλλά δεν έχω τόσο πλήρη εικόνα των γεγονότων, πόσω μάλλον για να συγκρίνω το σήμερα με το χθες. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι αυτή τη φορά έχω δει λιγότερα χαμόγελα και περισσότερα κατεβασμένα μούτρα.

- Ποια είναι η εικόνα που έχετε σχηματίσει για τη σημερινή Ελλάδα μέσα από τα ουγγρικά ΜΜΕ;
Στις ειδήσεις βλέπουμε τις διαδηλώσεις και τις πορείες, νιώθουμε την ένταση, αλλά δεν μπορείς έτσι εύκολα να καταλάβεις πραγματικά τι γίνεται στην Ελλάδα . Αυτή η χώρα είναι η δική σου χώρα, είναι των Ελλήνων, και εσείς ξέρετε καλύτερα από τον καθένα το τι γίνεται εδώ. Δεν θέλω να εκφράσω γνώμη μέσω αυτών που βλέπω στην τηλεόραση. Είναι σίγουρα πιο πραγματικό αυτό που νιώθετε εσείς εδώ παρά αυτό που περνά έξω. Εξοργίζομαι ορισμένες φορές, όταν για παράδειγμα έρχονται Γερμανοί στην πατρίδα μου και εκφράζουν άποψη για το τι γίνεται εκεί, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν ιδέα.

- Ωστόσο
εσείς ο ίδιος έχετε πει ότι αυτή την εποχή η Ουγγαρία δεν είναι παράδεισος. Αναρωτιέται κανείς αν υπάρχει σήμερα σημείο στον πλανήτη που να είναι παράδεισος.
Αυτός ο κόσμος, ο κόσμος μας, έτσι όπως τον έχουμε φτιάξει, όπως τον έχουμε σχεδιάσει ως σήμερα, έχει φτάσει στα όριά του. Αν συνεχίσουμε με αυτόν τον τρόπο, θα υπάρξει παντού πρόβλημα. Οπου και να πάω στον κόσμο αυτή την αίσθηση έχω. Σαν κάτι να έχει ξεπεράσει τον εαυτό του. Σαν κάτι να τελειώνει. Αυτό βέβαια δεν είναι απαραίτητα κακό. Ισως αυτό που ζούμε τώρα να είναι όντως το τέλος ενός συστήματος και χρειάζεται να αναζητήσουμε πια κάτι πιο ανθρωποκεντρικό.

- Ο ανθρωποκεντρισμός είναι αυτό που λείπει σήμερα από τους ανθρώπους;
Εδώ και εκατοντάδες χρόνια ο άνθρωπος έχει πάψει να είναι το κέντρο του ανθρώπου. Το χρήμα είναι το κέντρο του ανθρώπου. Εδώ και πολύ καιρό δεν μιλάμε για το πώς μπορούμε να ζήσουμε ανθρώπινα. Ζούμε σε έναν μονοδιάστατο κόσμο, όπου για όλα το κέντρο είναι το χρήμα. Είναι μια ευθεία και όλα μετριούνται με βάση αυτό.

-  Από την άλλη μεριά,
ακόμη και για εσάς το χρήμα δεν είναι ο Νο 1 παράγοντας όταν ξεκινάτε να φτιάξετε μια ταινία;
Ναι, διότι ακόμη και μια ταινία μου μέσα σε αυτό το σύστημα μπορεί να υπάρξει. Ακόμη και μια ταινία μου είναι το αποτέλεσμα αυτού του συστήματος.

- Να υποθέσω ότι δεν είστε και τόσο μεγάλος φίλος του καπιταλιστικού συστήματος;
΄Οχι, δεν είμαι μεγάλος φίλος του. Πολλοί περνούν άσχημα με αυτό το σύστημα, οι περισσότεροι. Αλλά και αυτοί που δεν περνούν άσχημα δεν είναι ευτυχισμένοι. Και εγώ θέλω ή καλύτερα θα ήθελα οι άνθρωποι να ζουν ευτυχισμένοι.

- Εχετε πει ότι στις ταινίες σας σάς ενδιαφέρει πάρα πολύ να ερευνάτε και να εξετάζετε το συναίσθημα των ανθρώπων.
Τι βρίσκετε γοητευτικό σε αυτή την έρευνα;
΄Ολα τα όντα αισθάνονται. Και οι άνθρωποι αισθάνονται και τα ζώα αισθάνονται, ακόμη και τα δέντρα και τα φυτά αισθάνονται. Αν θέλουμε να προστατεύσουμε τη ζωή, πρέπει να μιλήσουμε για όλα αυτά. Να μιλήσουμε για τα συναισθήματα σε όλο το φάσμα τους. Θέλω να δείξω αυτά τα συναισθήματα. Εκπλήσσομαι και συγχρόνως χαίρομαι όταν αυτό που προσπαθώ να βγάλω από δύο ηθοποιούς όντως βγαίνει. Συνήθως παίρνουμε πολλά παραπάνω από αυτά που περιμένουμε. Χρειάζεται μια αισθαντικότητα για να επιτευχθεί. Πρέπει να νιώθουμε ο ένας τον άλλο. Χωρίς τη συναισθηματική σχέση δεν μπορεί να υπάρξει. Οταν κάνουμε μια ταινία πρέπει να είμαστε μια οικογένεια. Να ξέρουμε πώς ξύπνησε ο ένας, πώς αισθάνεται ο άλλος. Μόνον έτσι μπορεί να λειτουργήσει η ταινία.

- Κατά γενική ομολογία οι ταινίες σας έχουν πεσιμιστική διάθεση.
Συμφωνείτε με αυτό; Είναι απαισιόδοξη η διάθεσή σας απέναντι στον κόσμο;
΄Οχι, δεν είμαι καθόλου πεσιμιστής. Θα έλεγα μάλιστα ότι είμαι ακριβώς το αντίθετο, αισιόδοξος. Αυτό που θέλουμε όλοι για όλους μας είναι να φτιάξουμε κάτι καλύτερο. Αυτό που δείχνω, όμως, είναι αυτό που υπάρχει. Δεν υπάρχει πεσιμισμός. Είναι η πραγματικότητα. Δουλειά μου είναι να αποτυπώνω στο φιλμ το πώς βλέπω εγώ τον κόσμο. Το πώς θα το ερμηνεύσει ο καθένας είναι δική του δουλειά.

-  Το να δημιουργούνται
σήμερα ταινίες όπως το «Αλογο του Τορίνο» είναι κάτι σαν πράξη ηρωισμού. Είναι όντως έτσι;
΄Ηταν μια αρκετά απλή και μάλλον φτηνή ταινία, οπότε ήταν σχετικά εύκολο να γίνει. Είναι απλώς θέμα να το πάρεις απόφαση.

-  Είστε πολύ μετριόφρων.
΄Οχι, λέω απλώς την αλήθεια. ΄Ηταν μια απλή ταινία. Τρεις άνθρωποι, ένα σπίτι και ένα άλογο. Αυτό ήταν όλο.

- Αν ήταν τόσο απλή θα τη βλέπαμε συνέχεια μπροστά μας,
αλλά νομίζω ότι έχουμε να δούμε τέτοια ταινία περίπου 30 χρόνια.
Οι Αρμονίες του Werckmeister ήταν μια πολύ πιο σύνθετη ταινία. Είχε 700 άτομα ηθοποιούς και συνεργείο, και αυτό έκανε τα πράγματα πολύ πιο πολύπλοκα.

Συνέντευξη του σκηνοθέτη στον Γιάννη Ζουμπουλάκη, εφημερίδα το Βήμα, 07/06/2011

3.11.11

Route Irish

Παρασκευή 5/11 Καρλόβασι
Σάββατο 6/11-Κυριακή 7/11 Σάμος
Ιρλανδέζικος δρόμος

ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΔΡΑΜΑ
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Ken Loach
ΣΕΝΑΡΙΟ:
ΔΙΑΡΚΕΙΑ
 109 λεπτά
ΠΡΕΜΙΕΡΑ
 17-03-11
ΔΙΑΝΟΜΗ
 Σπέντζος
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ
Mark Womack
 Andrea Lowe
John Bishop
 Trevor Williams
 Stephen Lord
Κριτική
Παραπλανητικός είναι ο τίτλος της τελευταίας ταινίας του Κεν Λόουτς. Μονάχα η τελευταία σκηνή του «Route Irish» θυμίζει Μπέλφαστ. Το σενάριο (από τον Πολ Λάβερτι) αναφέρεται στη διαδρομή-ναρκοπέδιο από το αεροδρόμιο της Βαγδάτης μέχρι την Πράσινη Ζώνη, που προσφάτως μετονομάστηκε σε Διεθνή Ζώνη. Σχηματικά, ο Λόουτς σκηνοθετεί παραπλεύρως της αμερικανικής «Κοιλάδας του Ηλά» και στον αντίποδα του οσκαρικού «The Hurt Locker», δημιουργώντας ένα εύφλεκτο κράμα δράματος και πολιτικού θρίλερ. Για φόντο έχει το σημερινό Λίβερπουλ, ενώ ελάχιστες από τις εικόνες του παραπέμπουν άμεσα στη Βαγδάτη.
Στον πυρήνα της δραματουργίας έχουμε μια ιστορία παιδικής φιλίας μεταξύ δύο αντρών να μετατρέπεται σε ιστορία εκδίκησης για λόγους ηθικής τάξης.
Το 2004, ο Φέργκους, ένας πρώην βετεράνος του βρετανικού στρατού στο Ιράκ, συστήνει μια εταιρεία security για να παρέχει προστασία σε κατασκευαστικές κυρίως εταιρείες που έχουν αναλάβει την ανοικοδόμηση του Ιράκ. Παίρνει μαζί του και έναν αδελφικό φίλο του, τον Φράνκι, που κάνει δουλειές του ποδαριού, προσφέροντάς του μια ευκαιρία γρήγορου πλουτισμού. Ο δρόμος των δύο Βρετανών για το Ελντοράντο περνάει από το ναρκοπέδιο της Βαγδάτης.
Σε ενεστώτα χρόνο η δράση εκτυλίσσεται το 2007 και αρχίζει με την κηδεία του Φράνκι. Ο άτυχος μισθοφόρος έπεσε σε ενέδρα λίγο μετά την εμπλοκή του σε ένα μακελειό που στοίχισε τις ζωές μιας οικογένειας Ιρανών. Το ντοκουμέντο της σφαγής έχει καταγραφεί στο κινητό τηλέφωνο ενός νεαρού Ιρανού, που βρίσκεται ανάμεσα στα προσωπικά αντικείμενα του νεκρού Φράνκι. Η συσκευή φτάνει στα χέρια του Φέργκους, που θεωρεί χρέος του να ρίξει φως στις συνθήκες θανάτου του φίλου του. Δίπλα του έχει τη χήρα του Φράνκι και έναν Ιρανό μουσικό που ζει στο Λίβερπουλ.
Στον «Ιρλαδέζικο δρόμο», το προσωπικό δράμα είναι τραχύ, απογυμνωμένο από μελοδραματισμό, ενώ το πολιτικό θρίλερ δεν έχει δημαγωγικές κορόνες. Στον «Ανθρωπο που θα γινόταν βασιλιάς» ο Τζον Χιούστον σάρκασε την απληστία του ανθρώπου για χρήμα και δόξα, παρακολουθώντας το παράτολμο σχέδιο δύο πρώην στρατιωτών του βρετανικού αποικιοκρατικού στρατού στην Ινδία να φτάσουν σε ένα μυθικό κρατίδιο της Ασίας και να γίνουν βασιλιάδες. Τηρουμένων των αναλογιών, ο ρεαλιστής Λόουτς υπαινίσσεται μια παρόμοια χίμαιρα.
Δημήτρης Mπούρας / dbouras@kathimerini.gr
Συνέντευξη
 Κεν Λόουτς: «Ο πόλεμος είναι μπίζνες»
Στην τελευταία του ταινία ο σκηνοθέτης εξετάζει τη δράση των επιχειρήσεων μισθοφόρων στο Ιράκ
Ο πόλεμος είναι μπίζνες. Μεγάλες μπίζνες μου λέει ο Κεν Λόουτς . Για τις κυβερνήσεις και το κράτος η ένταξη του πολέμου στο ιδιωτικό κεφάλαιο υπήρξε μια φυσική εξέλιξη. Για ποιον λόγο να θυσιάζεις τον στρατό σου όταν την ίδια βρώμικη δουλειά μπορούν να την αναλάβουν μισθοφόροι ιδιωτικών επιχειρήσεων; Το κόστος είναι λιγότερο γιατί...ποιος νοιάζεται αν πεθαίνουν οι μισθοφόροι; Ούτε σύνταξη, ούτε οικογένειες, ούτε συμβόλαια που πρέπει να εκπληρώσεις...Εχεις καθαρίσει. Για την κυβέρνηση και το κράτος αυτό το τερατώδες σύστημα είναι πολύ συμφέρον.
Καθόμαστε στην ταράτσα του ξενοδοχείου «Μartinez» στις Κάννες και μιλάμε για την τελευταία του ταινία, τον «Ιρλανδέζικο δρόμο», που αφορά τη δράση βρετανών μισθοφόρων στον πόλεμο του Ιράκ. Είναι η τέταρτη φορά που συναντώ από κοντά τον 75χρονο Κεν Λόουτς και πλέον ξέρω καλά τι θα αντιμετωπίσω. Ο Λόουτς ανήκει στους σκηνοθέτες οι οποίοι όταν δίνουν συνεντεύξεις μιλούν έτσι όπως γυρίζουν τις ταινίες τους: οι χαμηλοί τόνοι, η λιτότητα και η ακρίβεια λόγου είναι τα χαρακτηριστικά του.
Η ταινία ξεκινά από μια δυνατή φιλία προτού καταλήξει σε έναν τραγικό απολογισμό ανομολόγητων εγκλημάτων πολέμου: ο Φέργκους ( Μαρκ Γουόμακ ) και ο Φράνκι (Τζον Μπίσοπ) υπήρξαν αγαπημένοι φίλοι από τότε που ήταν συμμαθητές στο ίδιο σχολείο στο Λίβερπουλ. Το 2004, ως υπάλληλος ιδιωτικής εταιρείας ασφάλειας στο Ιράκ και πρώην μέλος της στρατιωτικής μονάδας ειδικών αποστολών SΑS, ο Φέργκους πείθει τον Φράνκι να δουλέψει μαζί του στη Βαγδάτη. Τρία χρόνια αργότερα ο Φράνκι σκοτώνεται μυστηριωδώς στη διαδρομή μεταξύ Πράσινης Ζώνης και αεροδρομίου της Βαγδάτης (ονομάζεται Route Ιrish- εξ ου και ο τίτλος της ταινίας). Ο Φέργκους, πεπεισμένος ότι κάτι ύποπτο κρύβει η υπόθεση, αποφασίζει να το ψάξει εξονυχιστικά. Η έρευνά του τον φέρνει αντιμέτωπο με μια τεράστια συνωμοσία των ιδιωτικών στρατιωτικών οργανισμών που έχουν πλουτίσει με το αίμα αθώων θυμάτων.
Είναι εμφανές ότι στο στόχαστρο του Κεν Λόουτς, αλλά και του μόνιμου πια γραφιά του Πολ Λάβερτι , βρίσκονται οι εταιρείες μισθοφόρων. Πρόκειται για την πρώτη ταινία για το Ιράκ που δίνει τόσο μεγάλη σημασία στο παρασκήνιο του πολέμου.  Πακτωλοί δολαρίων κατέληξαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς “εταιρειών θανάτου”,όπως η Ηalliburton, η CΑCΙ και η ΤΙΤΑΝ,ενώ περίπου 160.000 “ιδιωτικοί” στρατιώτες πολέμησαν όταν ο πόλεμος του Ιράκ βρισκόταν στο ζενίθ του , σημειώνει ο σκηνοθέτης.  Τόσο ο πόλεμος όσο και η κατοχή που ακολούθησε θα ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθούν χωρίς τη συμμετοχή τους .
Ο Κεν Λόουτς δεν θα ήταν όμως αυτός που είναι αν αρκούνταν σε εύκολες λύσεις και σχήματα. Ευθύνες έχουν όλοι. Δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί» παρά μόνον οι μισθοφόροι, οι νεκροί και το χρήμα. Ο σκηνοθέτης εστιάζει μεν στις θηριωδίες των Δυτικών, αλλά δεν τον ενδιαφέρει το φτηνό, «πορνογραφικό» θέ αμα του θανάτου στα χαρακώματα ή στους δρόμους της Βαγδάτης. Τον ενδιαφέρει η ουσία. Και η ουσία εδώ είναι το παρασκήνιο του πολέμου, οι «μπίζνες», όπως τις αποκάλεσε στην αρχή της συζήτησής μας. Οι μπίζνες αλλά και το ανθρώπινο στοιχείο, καθώς στην ψυχή του «Ιρλανδέζικου δρόμου» βρίσκεται η δυσκολία του Φέργκους να αποβάλει τον πόλεμο που σημάδεψε τη ζωή του.
«Με ενδιέφερε να φέρω τον πόλεμο στην πόρτα του σπιτιού μας.΄ Εχουμε δει πολλές ταινίες που λένε τι πάνω κάτω γίνεται στα χαρακώματα. Εγώ ήθελα να δείξω τι γίνεται όταν επιστρέφεις σπίτι, λέει ο Λόουτς. Αυτός άλλωστε ήταν ο λόγος για τον οποίο προσπάθησε να μη δει καμία ταινία με θέμα τον πόλεμο του Ιράκ προτού γυρίσει τη δική του. Αν πρόκειται να κάνεις μια ταινία για ένα θέμαν τότε υποσυνείδητα μπορεί να χρησιμοποιήσεις κάτι που έχεις ήδη δει. Δεν ήθελα να συμβεί κάτι τέτοιο, εξηγεί.
Για τη δημιουργία του Ιρλανδέζικου δρόμου οι Λόουτς- Λάβερτι συνάντησαν στρατιωτικούς (πρώην και ενεργούς) οι οποίοι τους κατατόπισαν ικανοποιητικά. Το παράξενο είναι ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το Youtube υπήρξε εξίσου καλός σύμβουλος λέει ο σκηνοθέτης αναφερόμενος στην εφιαλτική σκηνή βασανισμού με το νερό, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθεί στο Ιnternet. Φυσικά δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι, πιστεύω όμως ακράδαντα ότι υπό τις κατάλληλες συνθήκες όλοι μπορούμε να γίνουμε τέρατα.
Ο Κεν Λόουτς αποκαλεί τον κινηματογράφο του  έναν άλλο τρόπο για να πεις σε κάποιον “πρόσεξε, φίλε μου, υπάρχει και αυτή η διάσταση”.
Παρά τη σοβαρότητα που εκπέμπει ως άνθρωπος- και η οποία βρίσκεται σε συνάρτηση με τις ταινίες του- ο Κεν Λόουτς έχει υψηλή αίσθηση του χιούμορ. Εν προκειμένω, συζητώντας για το θέμα του παραλογισμού στον στρατό η κουβέντα πήγε στην εποχή που ο ίδιος ήταν 19 ετών και υπηρετούσε τη στρατιωτική θητεία του στην Αεροπορία. ΄Οταν περιγράφει το καψώνι με το σκάψιμο των λάκκων με τα πιρούνια, ο Λόουτς γίνεται απολαυστικός.
Πάντα ήθελα να κάνω μια ταινία για τον παραλογισμό του στρατού λέει χαμογελώντας. Η εμπειρία μου βεβαίως ήταν πολύ μικρότερου βεληνεκούς από αυτή που περιγράφω στην ταινία, αλλά το θέμα ισχύει. Στον στρατό κάνεις τα πιο βλακώδη πράγματα στον κόσμο!.
Συνέντευξη του σκηνοθέτη στον Γιάννη Ζουμπουλάκη, εφημερίδα το Βήμα 20/3/2011