2.12.10

Un Prophete

Σάββατο 04/12/2010 και Κυριακή 05/12/2010 (μόνο Βαθύ)

Προφήτης

A Prophet




· Είδος: Δραματική
· Παραγωγής: 2009
· Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 3 Δεκεμβρίου 2009
· Διάρκεια: 150'
· Διανομή: Odeon
· Χρώμα: Έγχρωμο
· Χώρα προέλευσης: Γαλλία
· Γλώσσα: Γαλλικά - Αραβικά - Κορσικανικά

· Συντελεστές :

Jacques Audiard ....Σκηνοθέτης   

Jacques Audiard ....Σεναριογράφος   
Thomas Bidegain ....Σεναριογράφος   
Abdel Raouf Dafri ....Σεναριογράφος   
Nicolas Peufaillit ....Σεναριογράφος

Καταδικασμένος σε 6 χρόνια φυλάκιση, ο Μάλικ δεν μπορεί ούτε να διαβάσει, ούτε να γράψει. Φτάνοντας στη φυλακή είναι μόνος, μόλις 19 ετών, αλλά μοιάζει νεότερος και πιο εύθραυστος από τους υπόλοιπους κατάδικους. Τον προσεγγίζει ο αρχηγός μιας συμμορίας φυλακισμένων και του αναθέτει κάποιες “αποστολές”. Μέσα από αυτές, ο νεαρός Μάλικ σκληραγωγείται και κερδίζει την εμπιστοσύνη του αρχηγού της συμμορίας. Παράλληλα όμως, διατηρεί τα δικά του κρυφά σχέδια, που τολμά να φέρει εις πέρας.
14290108

«Προφήτης»: ίλιγγος σκηνοθεσίας. Οι φυλακές, το πανεπιστήμιο της μαφίας . Σαν να βλέπουμε τον «Σημαδεμένο» με μυαλό. Αγαπητοί μας η αλήθεια έπειτα από τόσα χρόνια πλαστικοποιημένου Χόλυγουντ. Οι Γάλλοι μαθητές ξεπέρασαν τους Αμερικανούς δασκάλους!
Η κινηματογράφηση ολόκληρο επίτευγμα. Σε παραλήρημα η σκηνοθεσία. Πολυπληθές το κάστινγκ. Άπαντες εξαιρετικοί. Ιδρωμένοι, ματωμένοι, επιθετικοί, σαρωτικοί. Ο αμφιβληστροειδής χορεύει όπως γουστάρει το μοντάζ του Jacques Audiard . Από κοντά και η ορχηστρική μουσική. Ταινία αντρική. Δικαίως κέρδισε στις Κάννες το μεγάλο βραβείο της Κριτικής Επιτροπής.
Το μεγαλύτερο ατού του Jacques Audiard είναι η ικανότητα του να χτίζει πορτρέτα συναρπαστικά και ολοκληρωμένα. Ανατρέχοντας στην φιλμογραφία του θα βρούμε μια σειρά από βασανισμένους χαρακτήρες τους οποίους ο Γάλλος δημιουργός σταδιακά απογυμνώνει επί της οθόνης, έτσι ώστε όταν πέφτουν οι τίτλοι τέλους, ακόμα κι αν κάποια στοιχεία της πλοκής μένουν επιμελώς αναπάντητα, η αίσθηση που επικρατεί είναι εκείνη της πληρότητας.
Ο Malik του «Un Prophete» είναι ιδιάζουσα περίπτωση. Γιατί ξεκινά από το σημείο μηδέν. Μπαίνει στη φυλακή κενός κι αγράμματος, ένας 'παραστρατημένος' νεαρός, ένα χαμίνι που δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Και βγαίνει από τη φυλακή... Δον Κορλεόνε! Το ίδρυμα, λέει ο Audiard, που θα έπρεπε να λειτουργεί ως σωφρονιστικό, που θα έπρεπε να επανεντάσσει ομαλά το απολωλός πρόβατο στο κοπάδι, λειτουργεί ως εκπαιδευτήριο παρανόμων. Μπαίνεις Γιάννης Αγιάννης και βγαίνεις διπλωματούχος Αλ Καπόνε!
Έχει κι άλλο! Η φυλακή χωνευτήρι πολιτισμών. Κορσικανοί, Άραβες, Σαρακηνοί και Βενετσιάνοι, Αγάδες, Πασάδες, Δερβισάδες, Έλληνες, Οθωμανοί. Κάθε καρυδιάς καρύδι! Κι ο Malik προσπαθεί να επιβιώσει ανάμεσά τους. Και μέσα από την αλληλεπίδρασή του με αυτούς μαθαίνει ότι επιβιώνει ο πιο αδίστακτος. Εκείνος που θα ξεχάσει οίκτος τι θα πει, αυτός που θα πατήσει επί πτωμάτων για να αναδυθεί στην κορυφή. Έτσι η φυλακή γίνεται μικρογραφία του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού.
 Η διάρκεια του «Προφήτη» φτάνει τις δυόμισι ώρες, όμως η ταινία δεν γίνεται ποτέ κουραστική. Ο Οντιάρ, με σχεδόν ντοκιμαντερίστικο ρεαλισμό και πολλούς μη επαγγελματίες ηθοποιούς, συνθέτει με αδιάκοπο ρυθμό και ένταση το πορτρέτο τόσο ενός χαρακτήρα όσο και ενός περιβάλλοντος, όπου τα βασικά ένστικτα λειτουργούν περισσότερο από όποιο στοιχείο ανθρωπιάς. Στο ρόλο του Μαλίκ, ο νεαρός Ταχάρ Ραχίμ είναι μια πραγματική αποκάλυψη. Σηκώνει επάνω του χωρίς δυσκολία το βάρος του ήρωα που η μοναδική του επιλογή είναι να χαράξει έναν μοναχικό δρόμο. Μαζί του ο έμπειρος και μοναδικός Νιλς Άρεστρουπ στο ρόλο του Κορσικανού αφεντικού.
   Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η στροφή του Audiard στον ακραίο ρεαλισμό. Έχει γίνει μια σειρά από σκηνοθετικές επιλογές (ας πούμε ο ερασιτέχνης πρωταγωνιστής ή το φυσικό ντεκόρ) που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα στυλιζαρισμένα θρίλερ που προηγούνται στην φιλμογραφία του. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας εξελίσσεται στην φυλακή κι εννοείται πως όλοι οι χώροι γυρίσματος είναι πραγματικοί όπως κι αρκετοί απ’ τους κρατούμενους που εμφανίζονται στην ταινία. Όλα όμως είναι εξαντλητικά μελετημένα στην παραμικρή τους λεπτομέρεια, έτσι ώστε τα κελιά κι οι αυλές που επιλέχθηκαν, συρραμμένα να αποτελέσουν ένα απολύτως πειστικό και λειτουργικό πεδίο για την μεταστροφή του ήρωα. Δεν είναι δηλαδή τόσο έντονο το αίσθημα εγκλεισμού όσο αυτό της ψυχολογικής καταπίεσης του ατόμου, η αναστροφή του οποίου βρίσκεται στον πυρήνα της δραματουργικής ανάπτυξης του Προφήτη. Εντυπωσιακός επίσης ο τρόπος που, με πρόφαση πάντα τον ρεαλισμό, αξιοποιεί την διαστρέβλωση των ανθρώπινων αισθήσεων παράλληλα με την οπτική πρώτου προσώπου που κυριαρχεί στην οικονομία της ταινίας, ένα τέχνασμα ελάχιστα αντιληπτό (με την κακή έννοια) απ’ τον θεατή αλλά πέρα για πέρα αποτελεσματικό.
Στον αντίποδα του σαρωτικού ρεαλισμού υπάρχουν κάποιες λίγες λυρικές στιγμές, που υποτίθεται ότι πηγάζουν απ’ τις φαντασιώσεις του Malik (και φτάνουν να δικαιολογούν τον τίτλο της ταινίας). Πέραν του ότι πότε μαλακώνουν και πότε εντείνουν το δυσμενές περιβάλλον του ήρωα, προσθέτουν βάθος στο χαρακτήρα του, μελετούν την συμπεριφορά πέρα απ’ τις πράξεις του και παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση μιας ακέραιας ηθικής θέσης απέναντι στα εξωκινηματογραφικά ζητήματα που θέτει η ταινία. Δίπλα στα προφανή κοινωνικά θέματα, που ξεκινούν απ’ την κατάσταση και το έγκλημα στα σωφρονιστικά ιδρύματα και καταλήγουν στην multi-culti κατάσταση που επικρατεί στη Γαλλία (με μια διακριτική ειρωνεία για την επίσημη πολιτική θέση της κυβέρνησης), στις παρυφές τις ιστορίας υπάρχει ένα πολύ μεγαλύτερο, σχεδόν θρησκευτικό ζήτημα. Ακόμη και ο αρχικός τίτλος του σεναρίου (που σημειωτέον συνέλαβε ο αραβικής καταγωγής –και απολαυστικά θρασύς Abdel Raouf Nafri, σεναριογράφος και του Mesrine) ήταν Ο Προφήτης κι όχι ΕΝΑΣ Προφήτης, μια απευθείας παραπομπή στον Μωάμεθ.

Σύμφωνα με την ιστορία του Ισλάμ ο Μωάμεθ είχε μείνει ορφανός από πολύ μικρή ηλικία. Ο πατέρας του είχε πεθάνει πριν τη γέννησή του και η μητέρα του όταν ήταν δύο χρονών. Μεγάλωσε δουλεύοντας κοντά σ’ αυτούς που ανέλαβαν να τον φροντίζουν, κάνοντας μάλιστα ταπεινές εργασίες, για παράδειγμα γιδοβοσκός. Ο ήρωας της ταινίας του Οντιά έχει μείνει κι αυτός ορφανός από πολύ μικρή ηλικία και έχει μεγαλώσει μέσα σε άθλιες συνθήκες.
Ο Μωάμεθ σύμφωνα με τις αραβικές παραδόσεις δεν γνώριζε γραφή και ανάγνωση, όμως ο μαρξιστής αραβολόγος Ροντινσόν ισχυρίζεται ότι είναι απίθανο να ήταν αγράμματος (Maxime Rodinson, Μωάμεθ, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης 2006). Ο Οντιά λύνει αυτή τη διαφωνία βάζοντας τον ήρωά του να είναι αρχικά αναλφάβητος και να μαθαίνει γραφή και ανάγνωση μέσα στη φυλακή.
Ο Μωάμεθ, παρόλο που κατάγονταν από ένα σημαντικό γένος και ανήκε σε μία εξίσου σημαντική φυλή, ήταν μάλλον ασήμαντος και ανίσχυρος εξαιτίας της ορφάνιας του και ήταν αναγκασμένος να βρει μόνος του τον τρόπο να επιβιώσει. Όμως μπόρεσε να κατανοήσει και να εκμεταλλευτεί τις μεγάλες αντιπαραθέσεις και τις συγκρούσεις που σπάραζαν στην εποχή του την περιοχή της Χετζάζης (η περιοχή γύρω από τη Μέκκα και τη Μεδίνα): συγκρούσεις μεταξύ Βυζαντινών και Περσών, μεταξύ «ορθοδόξων» χριστιανών και μονοφυσιτών, μεταξύ χριστιανών και Εβραίων, αλλά και μεταξύ των Αράβων των διαφόρων φυλών που συντάσσονταν με τη μία ή την άλλη μεγάλη δύναμη, συγκρούονταν για τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων της περιοχής και λήστευε ο ένας τα αγαθά του άλλου. Ο ίδιος ο Μωάμεθ κατέφυγε κάποια στιγμή της ζωής του, πριν αναγνωριστεί ως προφήτης, σε χριστιανικά κράτη για να προστατευτεί (ο ίδιος ή μόνο οι οπαδοί του).
Στη ταινία ο Μαλίκ βρίσκεται υπό την προστασία των Κορσικανών και αργότερα καταφέρνει να ελιχθεί μεταξύ των συγκρουόμενων συμμοριών και να εκμεταλλευτεί τις αντιπαραθέσεις τους (Κορσικανών, Ιταλών και Γάλλων αλλά και μεταξύ αραβικών συμμοριών) και με αυτό τον τρόπο να αποκτήσει δύναμη και εξουσία.
Ο Μωάμεθ μελέτησε τις δύο θρησκείες που κυριαρχούσαν στην περιοχή, τον χριστιανισμό και τον Ιουδαϊσμό και άντλησε από αυτές τα στοιχεία εκείνα, που του επέτρεψαν να διαμορφώσει την θρησκευτική του κοσμοθεωρία. Έμαθε τη γλώσσα των ανθρώπων των άλλων θρησκειών, για να κατανοήσει την θρησκευτική τους παράδοση. Αυτό καθιστούσε το θρησκευτικό του μήνυμα ύποπτο για τους σύγχρονους του Άραβες, οι οποίοι ήθελαν να διατηρήσουν την επίφαση ανεξαρτησίας, που τους εγγυόταν η διατήρηση της πατροπαράδοτης πολυθεϊστικής θρησκείας, την οποία ο Μωάμεθ επιδίωκε να διαλύσει.
Ο Μαλίκ σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μπόρεσε να μάθει γραφή και ανάγνωση, να συνεχίσει τις σπουδές του και μάλιστα, όπως λέει ο φίλος του Ρίαντ, να αποκτήσει μία εντυπωσιακή ικανότητα να γράφει. Όμως μαθαίνει και τη γλώσσα των Κορσικανών και μάλιστα χωρίς οι ίδιοι να το καταλάβουν. Διδάσκεται λοιπόν από τους ξένους, μαθαίνει τη γλώσσα τους για να μπορέσει να γνωρίσει τη σκέψη τους και να αντλήσει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα του επέτρεπαν να συγκροτήσει έναν δικό του τρόπο σκέψης. Αυτή η σκέψη, που συγκροτείται από στοιχεία μιας άλλης γλώσσας είναι πολύ περισσότερο αραβική από τη σκέψη των Αράβων της φυλακής γιατί αυτή η σκέψη μπορεί να τους ενώσει και να τους δώσει δύναμη.
Σύμφωνα με την ισλαμική παράδοση ο Μωάμεθ αναζητώντας απαντήσεις στα μεταφυσικά ερωτήματα που του γεννήθηκαν μελετώντας τις άλλες θρησκείες, συνήθιζε να αποσύρεται για πολλές μέρες σε μία σπηλιά στο όρος Χίρα, να στοχάζεται και να προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον Θεό που αναγνώριζαν οι δύο μεγάλες θρησκείες της περιοχής. Εκεί κάποτε του παρουσιάστηκε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ (Τζιμπρήλ ή Σιράφιλ στα Αραβικά), ο οποίος του μεταβίβασε τον θεϊκό λόγο και την εντολή να γίνει ο Προφήτης του Θεού.
Κι αν αυτά ακούγονται ωραία στο χαρτί, δε θα δίναμε δεκάρα τσακιστή αν ο Audiard δεν ήταν 'μάστορας' μοναδικός! Με σφιχτούς ρυθμούς, υπόκωφη ένταση και σεκάνς ανθολογίας -όπως ο φόνος στην φυλακή και η εκτέλεση του μεγαλομαφιόζου- κάνει τις δυόμισι ώρες που διαρκεί το φιλμ να φαντάζουν μια στιγμή! Παίρνει μαθήματα σκηνοθετικής προσέγγισης και μοντάζ από τους Αμερικανούς, εντάσσει όσα έμαθε στο δικό του, ιδιόμορφο νατουραλιστικό σύμπαν (στο οποίο ακόμα και κάποια σουρεαλιστικά στοιχεία, που εμφανίζονται σποραδικά, φαντάζουν ως το φυσικότερο πράγμα του κόσμου) και στήνει το σπουδαιότερο crime movie της δεκαετίας!
 Το κερασάκι στην τούρτα η τελική σκηνή, την οποία, όχι τυχαία, ντύνει μουσικά το 'Mack The Knife' σε στίχους Bertolt Brecht, Kurt Weill  και Marc Blitzstein. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι το έχετε ακούσει έστω και κατά τύχη. Αν και ο original τίτλος του τραγουδιού του Kurt Weill, από την Όπερα της Πεντάρας του Brecht είναι "Die Moritat von Mackie Messer", μάλλον έγινε γνωστότερο στην αγγλική του εκδοχή σαν "The Ballad of Mack the Knife".
Μια σκηνή που θα ζήλευε και ο Scorsese!
   κριτικές από τους Δημήτρη Δανίκα (www.tanea.dolnet.gr) ,τον Γιάννη Βασιλείου                              (www.cinemanews.gr) και τον Θοδωρή Καραμανώλη ( http://www.cinemart.gr).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου